Χωριό της πρών επαρχίας Δομοκού και σήμερα του Δήμου Θεσσαλιώτιδας, σε απόσταση 50 χιλιομέτρων από τη Λαμία και 14 χιλ. από το Δομοκό. Όπως αναφέρει ο Βαρδαλιώτης δάσκαλος Σεραφείμ Χρ. Χατζόπουλος: "Λίγο αφού λευτερώθηκε η Θεσσαλία από τους Τούρκους μετά την προσάρτησή της το 1881 στην Ελλάδα, οι Μπεκριλεριώτες, που αριθμούσαν τριάντα τρεις φαμελιές, αγόρασαν απ’ τους Τούρκους που ετοιμάζονταν να φύγουν, τα κονιαρόσπιτα στο χωριό Βαρδαλή, τα οικόπεδα, τα χωράφια, τα λιβάδια και το βουνό μέχρι πάνω στον Κασιδιάρη, που είναι τα σύνορα με το χωριό Τσιατμά. Έδωσαν πολλά γρόσια και υπόγραψαν ταπιά στα Φέρσαλα. Μερικά απ’ αυτά ήταν συνταγμένα στα Ελληνικά και κάποια άλλα στα Τούρκικα με αράβικη γραφή.
Το χωριό και πριν το 1881 το έλεγαν Βαρδαλή, από τότε που ο Βυζαντινός αυτοκράτορας Αλέξιος Κομνηνός, έστειλε τον αυλικό του αξιωματικό Βάρδαλη, να πολεμήσει στη Λάρισα τον αρχηγό των Νορμανδών Βοημούνδο, που είχε ρημάξει τον τόπο. Τότε ο στρατός κινιόνταν αργά με τα πόδια και τα άλογα και για πολύν καιρό μπορούσε να στρατοπεδέψει σ’ ένα τόπο, μπορεί και μήνες ολάκερους.
Ο Βάρδαλης λοιπόν βρήκε εκείνο το μέρος που ήταν στα ριζά του βουνού, νότια απ’ τα χαλάσματα της αρχαίας Πρόερνας και ποτίζονταν απ’ ένα κατακάθαρο ποταμάκι, που βύζαινε ασταμάτητα τον Κασιδιάρη κι αφού σέρνονταν για αρκετά χιλιόμετρα στο νότιο άκρο του Θεσσαλιώτικου κάμπου, ποτίζοντας δέντρα και σπαρτά, έριχνε κουρασμένο τα νερά του στα παραποτάμια του Πηνειού. Αμέσως το είδε πολύ κατάλληλο να καλοξεχειμάσει με το στρατό του. Κι όταν θα ρχόταν η άνοιξη και θάφευγαν τα χιόνια και θα χλόιζε ο τόπος και θάβγαζε ροδάμι το πουρνάρι, θάτρωγαν τ’ άλογα να δυναμώσουν κι οι πολεμάρχοι θάπιναν πρόβιο και γίδινο γάλα και θάτρωγαν τρυφερά αρνιά και κατσίκια κι ύστερα θάστρωναν τα σχέδια από πού και πώς θα ορμούσαν στην καρδιά του κάμπου, να ξεμπήξουν από κει τον ξένο δυνάστη.
Και όλα πήγαν κατ’ ευχή. Ο Βάρδαλης με το Βυζαντινό στρατό τσάκισε τους Νορμανδούς κι έδιωξε τον Βοημούνδο για τη χώρα του. Κατόπι γύρισε ο νικητής στρατηγός στη Βασιλεύουσα, να πει τα καθέκαστα στον ένδοξο Βασιλέα και να ξεκουράσει το στρατό και τα ζωντανά, που ήταν τσακισμένοι απ’ το μεγάλο ταξίδι και τις μάχες με τον εχθρό.
Όταν έφυγε λοιπόν ο Βάρδαλης, έμεινε να λένε οι γύρω κάτοικοι, γεωργοί και κτηνοτρόφοι, το μέρος που στρατοπέδεψε εκείνος «ο τόπος του Βάρδαλη» και αργότερα που κτίστηκαν εκεί κάποια σπίτια, «στο Βάρδαλη» ή «στο Βαρδαλή» ονομασία που κράτησαν και οι Τούρκοι κονιάροι, που έχτισαν εκεί τα δικά τους σπίτια και καλλιέργησαν τα χωράφια και βόσκησαν τα γιδοπρόβατά τους, τα γελάδια και τις γκαμήλες στα βοσκοτόπια, όταν η Θεσσαλία έπεσε στα χέρια των Οθωμανών.
Αγόρασαν λοιπόν οι Μπεκριλεριώτες το Βαρδαλή και όταν γλήγορα αρατίστηκαν και οι τελευταίοι Τούρκοι, πήραν οι δικοί μας τις φαμελιές τους, τα υπάρχοντά τους και τα κοπάδια τους και ήρθαν στο κονιαροχώρι. Εκεί διόρθωσαν τα παλιά τουρκόσπιτα, φύτεψαν κληματαριές, μουριές και μυγδαλιές στις αυλές και τα οικόπεδα και άνοιξαν δυο τρία πηγάδια γιατί το νερό απ’ τις λιγοστές παλιές τουρκόβρυσες με τα κιούγκια, το κιρέτσι και τις πέτρινες κούπες, δεν έφτανε να πιει και να ξοδέψει στο νοικοκυριό το χωριό. Κι αυτές οι βρύσες ήταν για παραπάνω από 80 χρόνια ο τόπος συνάντησης των γυναικών, που πάγαιναν εκεί με τις βαρέλες, τις λαϊνες και τα γκιούμια αργότερα, να φέρουν νερό.
Εκεί συζητούσαν τα νέα του χωριού, τα καλά και τα άσκημα κι εκεί έστρωναν τις περισσότερες προξενιές.
Στο πάνω μέρος του χωριού, ακριβώς δίπλα απ’ το ρέμα, εκεί που αρχίζουν τα θεόρατα πλατάνια με τις μεγάλες κουφάλες, που θέλουν τρεις τουλάχιστον άντρες να ενώσουν τα χέρια για ν’ αγκαλιάσουν τον κορμό τους, υπήρχε μια λουτροστέρνα όπου έπαιρναν οι αγάδες με τις χανούμισσες τους τον μπάνιο τους, για να τους φύγουν τα σπυριά και οι πόνοι, ο Άμπλας του Λούκα. Και φαίνεται ότι η λουτροπηγή ήταν γνωστή από τη Ελληνικη Αρχαιότητα, διότι στο ίδιο μέρος βρέθηκαν αρχαία νομίσματα και κοσμήματα, στον αγρό που βρίσκεται ακριβώς δίπλα και λίγο ψηλότερα από την πηγή.
Οι Μπεκριλεριώτες, το πρώτο που έκαναν, όταν ήρθαν στο νέο χωριό, ήταν να γκρεμίσουν το τούρκικο Τζαμί, που ήταν στο κέντρο του χωριού και να χτίσουν την εκκλησιά του Αϊ- Γιώργη, που ήταν ο προστάτης τους και στο προηγούμενο χωριό, το Μπεκριλέρ.
Για το λόγο αυτό κουβάλησαν στις καζάκες εκλεκτή πέτρα απ’ το βουνό κι έφεραν απ’ τους καλύτερους Ηπειρώτες μαστόρους να χτίσουν το ναό, μεγάλο με δυο σειρές κίονες και ψηλό καμπαναριό μακριά απ’ την εκκλησιά στη γωνιά της αυλής.
Ύστερα οι τεχνίτες τη σοβάτισαν και την έβαψαν. Και πήγε η επιτροπή στο Βόλο για να πάρει αγιογράφο να ζωγραφίσει τις εικόνες. Πολύ καλός καλλιτέχνης. Μιλούσαν οι εικόνες που έβγαιναν απ’ τα χέρια του, μα πιο πολύ απ’ την ψυχή του. Μόνο που έκανε ένα λάθος. Έφτιαξε το Χριστό κοντύτερο απ’ τον Αϊ-Γιάννη τον Πρόδρομο, κάτι που αργότερα αποφάσισε να διορθώσει ο παπά-Στέλιος, βάζοντας ένα μπογιατζή από τη Λαμία να ζωγραφίσει πάνω στον κοντό Χριστό έναν άλλο ψηλότερο, κακότεχνο βέβαια και άγριο στην όψη αλλά οπωσδήποτε πιο ψηλό απ’ τον Αϊ-Γιάννη.
Και έφεραν οι Βαρδαλιώτες άγια λείψανα απ’ την Κωνσταντινούπολη και τα τοποθέτησαν κάτω απ΄ την πέτρινη Άγια-Τράπεζα, σε μια ειδική θήκη και στα εγκαίνια ήρθε ο δεσπότης και ευλόγησε την καινούργια εκκλησιά και τους ανθρώπους.
Από τότε πέρασαν δεκαπέντε χρόνια. Κάποιοι γέροντες, απ’ αυτούς που ήρθαν απ’ το Μπεκριλέρ πέθαναν και πολλά παιδιά γεννήθηκαν. Οι κληματαριές και οι μουριές μεγάλωσαν και οι Βαρδαλιώτες με τη βοήθεια του κράτους έχτισαν δίπλα στην εκκλησία το Σχολειό του χωριού, μονώροφο με μια αίθουσα, ένα γραφείο και ένα δωμάτιο να μένει ο δάσκαλος. Εκεί μαζεύονταν τ’ αγόρια του χωριού να μάθουν γράμματα, γιατί κείνα τα χρόνια τουλάχιστον στα χωριά, τα κορίτσια δεν πάγαιναν στο σχολείο. Τα κοπάδια πλήθαιναν, και σ’ αυτό το νέο χωριό η ζωή τους είχε καλυτερέψει πολύ, αφού δεν είχαν και τον αγά πάνω απ’ το κεφάλι τους, και τα χωράφια τους ήταν περσότερα και καλύτερα και η βοσκή ατέλειωτη στις ράχες, τα λακκώματα και τα τσαΐρια.
Και κει που λογάριαζαν τι θα κάνουν με τα χωράφια και τα ζωντανά, ήρθε ο πόλεμος. Ο άτυχος εκείνος πόλεμος του 1897 όπου αναίτια από λάθη δικών μας ταπεινώθηκε η Πατρίδα μας, νικηθήκαμε, πήραν ανάμεσα σ’ άλλα το χωριό οι Τούρκοι κι έφτασαν μέχρι την Ταράτσα της Λαμίας, πέρα απ’ το χάνι του Δραχμάν Αγά κι αν δεν τους σταματούσαν οι Ρώσοι θα έφταναν μέχρι τη Λιβαδειά και την Αθήνα. Το χωριό έμεινε στα χέρια των τούρκων, όπως και τα άλλα μέρη που είχαν πάρει ύστερα από την ήττα στη μάχη του Δομοκού, περίπου εφτά μήνες. Ύστερα έγινε συμφωνία κι έφυγαν".
(Το κείμενο αυτό είναι γραμμένο από τον συνταξιούχο Βαρδαλιώτη Σεραφείμ Χρ. Χατζόπουλο, κάτοικο Ευόσμου Θεσσαλονίκης συνταξιούχου δασκάλου, «ΧΡΟΝΙΚΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΔΟΜΟΚΟΥ»).
Στην άριστη εργασία της κυρίας Γεωργίας Β. Παντίδου (Φιλολόγου) «Η ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ ΜΟΥ – ΒΑΡΔΑΛΗ ΔΟΜΟΚΟΥ», διαβάζουμε σχετικά: «Κατ’ αρχάς σκόπιμο θα ήταν να διακρίνουμε ότι το όνομα του χωριού είναι θηλυκού γένους, αν και έχουμε συνηθίσει να το αποκαλούμε «το Βαρδαλή», δηλαδή σε ουδέτερο γένος.
Δεύτερον: η λέξη Βαρδαλή είναι σύνθετη˙ αποτελείται από τη ρίζα βάρδα και το τουρκικό επίθημα –λη / -λι , που σημαίνει τόπος, περιοχή ή σε άλλες περιπτώσεις κάτι γεμάτο από κάτι άλλο (πρβλ. κύρια ονόματα της Τουρκικής π.χ. Ναζλί, που σημαίνει γεμάτη νάζι ή ονόματα χωριών, όπως το Σαρμουσακλί στις Σέρρες, που σημαίνει τόπος γεμάτος σκόρδα.) Εξάλλου, όλοι γνωρίζουμε ότι η Ρούμελη είναι τουρκική λέξη που σημαίνει: ο τόπος των Ελλήνων. Αν συγκρίνουμε παρόμοιες ονομασίες άλλων χωριών της επαρχίας μας, θα διαπιστώσουμε ότι υπάρχει μία λογική σχέση: Γερακλή (= ο τόπος των γερακιών), Ταμπακλή (= ο τόπος του καπνού) και άρα Βαρδαλή σημαίνει ο τόπος βάρδα.
Τι σημαίνει, όμως, βάρδα; Σύμφωνα με το Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας του καθηγητή Μπαμπινιώτη , το βάρδα είναι λαϊκό επιφώνημα που σημαίνει: πρόσεξε, φυλάξου και οι Έλληνες το δανειστήκαμε από τους Ενετούς κατακτητές μας (είναι η προστακτική του ρήματος vardar). Ομόρριζη είναι η λέξη βάρδια που σημαίνει σκοπιά, φύλαξη. Και οι Τούρκοι χρησιμοποιούν την ίδια λέξη για την ίδια σημασία.
Πώς συσχετίζεται, όμως, η ετυμολογία της ονομασίας με τη μορφολογία του εδάφους και τη γεωγραφική θέση του χωριού; Είναι σύνηθες να ονοματοδοτούνται χωριά, πόλεις ή περιοχές βάσει συγκεκριμένων γεωμορφολογικών χαρακτηριστικών. Συνεπώς, αν παρατηρήσουμε προσεκτικά τη θέση του χωριού μας, θα διαπιστώσουμε ότι είναι χτισμένο σε κάποια απόσταση από την κεντρική οδική αρτηρία και ότι η μορφολογία του εδάφους ( ένας λοφίσκος) και η γεωγραφική του θέση θα εξασφάλιζαν ασφαλή κρυψώνα για όποιον επιθυμούσε έναν επιτυχημένο κλεφτοπόλεμο. Παρομοίως έχουν ονομαστεί η Βάρδα του νομού Ηλείας, οι Βαρδάτες και τα Βαρδούσια στη Φθιώτιδα ( βαρδούσι στα σλάβικα σημαίνει βουνό). Έτσι Βαρδαλή σημαίνει τόπος, από τον οποίο περνώντας, θα πρέπει κανείς να προσέχει, να φυλάγεται, τόπος όπου παραμονεύουν κίνδυνοι.
Επίσης η ονομασία Βαρδαλή θα μπορούσε να προέρχεται από τη σύνθεση των λέξεων Βάρδα + Αλή (δηλαδή φυλάξου Αλή), κάτι το οποίο μαρτυρείται από Βαρδαλιώτες ως ετυμολογία της λέξης. Στα Χρονικά της επαρχίας Δομοκού (τόμος 10, σελίδα 79) η κυρία Βάγια Ευαγγελοπούλου—Γκίκα αναφέρει πως με διαταγή του Αλή Πασά οι Τούρκοι έβαλαν φωτιά στο Δέντρο που πηγαίνει η Δομοκόστρατα στα μαντριά του Αληφακιώτη. Η φωτιά, που είχε στόχο την εξόντωση κρησφύγετου κλεφτών, προχώρησε και έκαψε την Κουσλόμπα, το Γερακλί και έσβησε στο Τσιφλικάκι (μεταξύ Βουζίου και Λεύκας). Να θυμίσουμε πως η περιοχή μας ήταν τσιφλίκι του Βελή, γιου του Αλή Πασά, και πολλές φορές επαναστατικά κινήματα επιχειρούσαν την απελευθέρωση της περιοχής. Άρα είναι ευνόητο γιατί θα έπρεπε να φυλάγεται ο Αλής (αν ισχύει αυτή η εκδοχή, βέβαια).
Έχουν κατατεθεί απόψεις σχετικά με την ονομασία του χωριού μας που κινούνται σε εντελώς διαφορετικό πλαίσιο από τη δική μου. Αναζητείται η προέλευση της ονομασίας του χωριού σε κάποιον αξιωματικό ονόματι Βάρδαλη του αυτοκράτορα Αλεξίου Κομνηνού, ο οποίος λέγεται πως είχε στρατοπεδεύσει στο χωριό μας για να αντιμετωπίσει τον Βοημούνδο, αρχηγό των Νορμανδών. Ομολογώ πως ερεύνησα διεξοδικά την ιστορία της περιόδου εκείνης σε κάθε πηγή που θα μπορούσα να ανατρέξω (Ιστορία του Ελληνικού Έθνους του Κων/νου Παπαρρηγόπουλου, Αλεξιάδα της Άννας Κομνηνής και Βυζαντινή Ιστορία δημοσιευμένη στο Διαδίκτυο) αλλά δεν βρήκα κανένα στοιχείο που να συνηγορεί στο ότι ο Βάρδαλης στρατοπέδευσε στο χωριό μας και του έδωσε το όνομά του. ( Και διατηρήθηκε όνομα ελληνικό στο χωριό μας μετά από αλλεπάλληλες κατακτήσεις μέχρι και την Τουρκοκρατία; )
Ο Κ. Παπαρρηγόπουλος αναφέρει ότι ο Βοημούνδος ερχόμενος από την Ήπειρο επιτέθηκε στη Λάρισα (1083) αλλά ο Αλέξιος μετά του Διοικητή του θέματος της Θεσσαλίας Λέοντος Κεφαλά αμύνθηκε και έτρεψε σε φυγή τους πολιορκητές Νορμανδούς, οι οποίοι οπισθοχώρησαν προς την Καστοριά, η οποία ήταν το ορμητήριό τους. Στη δεύτερη αναμέτρηση των δύο ανδρών (23-25 χρόνια αργότερα) ο μεν Βοημούνδος στρατοπέδευσε στο Δυρράχιο ενώ ο Αλέξιος στη Θεσσαλονίκη. Βεβαίως πηγή όλων των ιστορικών είναι η Αλεξιάδα της Άννας Κομνηνής, κόρης του Αλεξίου, η οποία κατέγραψε τα πάντα για τη βασιλεία του πατέρα της και τους πολέμους που διεξήγαγε. Παραθέτω, λοιπόν, αυτούσια την ιστορική πηγή:
5.5.3 Ὁ δὲ ταυτηνὶ τὴν πόλιν φυλάττων πατρῴου τοῦ αὐτοκράτορος θεράποντος υἱός͵ Λέων ὁ Κεφαλᾶς͵ γενναίως πρὸς τὰς τοῦ Βαϊμούντου ἀντι καθίστατο μηχανὰς ἐπὶ ὅλοις μησὶν ἕξ. Δηλοῖ δὲ τὴν τοῦ βαρβάρου ἔφοδον διὰ γραφῶν τηνικαῦτα τῷ αὐτοκράτορι. Ὁ δὲ οὐ παραχρῆμα͵ καίτοι σφαδᾴζων͵ τῆς πρὸς τὸν Βαϊμοῦντον φερούσης ἥπτετο͵ ἀλλὰ πλεῖον μισθοφορικὸν ἐπισυνάγων ἁπανταχόθεν ἀνεβάλλετο τὴν ἐξέλευσιν. Εἶτα καρτερῶς ὁπλίσας ἅπαντας ἔξεισι τῆς Κωνσταντίνου. Καὶ τοῖς μέρεσι τῆς Λαρίσσης ἐγγίσας καὶ διελθὼν διὰ τοῦ βουνοῦ τῶν Κελλίων καὶ τὴν δημοσίαν λεωφόρον δεξιόθεν καταλιπὼν καὶ τὸν βουνὸν τὸν οὑτωσὶ ἐγχωρίως καλούμενον Κίσσαβον κατῆλθεν εἰς Ἐζεβάν· χωρίον δὲ τοῦτο Βλαχικὸν τῆς Ἀνδρωνίας ἔγγιστα διακείμενον.
Ἐκεῖθεν δὲ καταλαβὼν ἑτέραν αὖθις κωμόπολιν Πλαβίτζαν συνηθῶς καλουμένην͵ ἀγχοῦ που τοῦ οὑτωσί πως καλου μένου ποταμοῦ ῥέοντος διακειμένην͵ τὴν σκηνὴν κατέθετο ἀποχρῶντα τάφρον διορύξας. Καὶ ἐγερθεὶς ἐκεῖθεν ὁ βασιλεὺς ἀπῆλθεν ἄχρι τῶν κηπουρείων τοῦ Δελφινᾶ κἀκεῖθεν εἰς τὰ Τρίκαλα.
5.5.7 Καὶ δὴ μετακαλεσάμενος τοὺς στρατηγούς τε καὶ ἡγεμόνας καὶ συγγενεῖς ἅπαντας βουλῆς ἤρχετο τὴν ἑκάστου γνώμην ἀναζητῶν· εἶτα τὸ σκοπηθὲν ἀπήγγειλε. Τὸ δὲ ἦν παραδοῦναι τὰ τάγματα ἅπαντα τοῖς συγγενέσιν αὐτοῦ· προεξάρχοντα δὲ τὸν Μελισσηνὸν Νικηφόρον ἐφίστησι καὶ τὸν Κουρτίκιον Βασίλειον͵ τὸν καὶ Ἰωαννάκην καλούμενον· ἀνὴρ δὲ οὗτος τῶν ἐπιφανῶν, περιβόητος ἐπ΄ ἀνδρείᾳ καὶ στρατιωτικῇ ἐπιστήμῃ͵ ἐξ Ἀδριανουπόλεως ὁρμώμενος. Οὐ τὰ τάγματα δὲ μόνον αὐτοῖς παραδίδωσιν ἀλλὰ καὶ τὰ τῆς βασιλείας παράσημα ἅπαντα.
(Εδώ παρατίθενται τα ονόματα των στρατηγών του Αλεξίου).
5.5.8 Ἀλλὰ ταῦτα μὲν οὕτω πως ἐπισκήψας αὐτοῖς καὶ καταλιπὼν δεξιόθεν τοῦ κάστρου Λαρίσσης περιμείνας τὴν τοῦ ἡλίου δύσιν γεννάδας τινὰς ἄνδρας ἕπεσθαί οἱ ἐπιτάξας τὴν τοῦ Λιβοτανίου κλεισ ούραν διεληλυθὼς καὶ τὸν Ρεβένικον περικόψας καὶ διὰ τῆς καλουμένης Ἀλλαγῆς πρὸς τὸ εὐώνυμον τῆς Λαρίσσης μέρος καταλαβὼν καὶ περιαθρήσας τὴν ἅπασαν τοῦ τόπου θέσιν χθαμαλώτερον τόπον κατανοήσας ἐκεῖθι μετὰ τῶν συνεφεπομένων αὐτῷ λοχῶν ἦν. Οἱ δὲ ἡγεμόνες τῶν ῥωμαϊκῶν ταγμάτων, ὁπηνίκα ὁ βασιλεὺς προλοχίσειν͵ ὡς εἴρηται͵ ἐπειγόμενος τὴν τοῦ Λιβοτανίου κλεισούραν διέρχεσθαι ἔμελλε͵ τηνικαῦτα ἀποσπάδα τινὰ τῶν ῥωμαϊ κῶν ἀποδιελόμενοι ταγμάτων κατὰ τῶν Κελτῶν ἐξέπεμψαν͵ ἐφ΄ ᾧ πρὸς ἑαυτοὺς ἑλκύσαι͵ ὡς μὴ ἐκεχειρίαν ἔχοιεν φωρᾶσαι τὸν αὐτοκράτορα ὅπη πορεύεται.
Η μόνη περίπτωση που αναφέρεται στην Αλεξιάδα κάποιος Βαρδαλής είναι στο παρακάτω απόσπασμα, από το οποίο όμως δεν προκύπτει κάτι που να στηρίζει την άποψη αυτή (αναφέρεται στον βασιλιά των Ιεροσολύμων Βαλδουίνο).
11.7.3 Ὁ δὲ βασιλεὺς τὴν κατὰ τὸ Ῥάμελ τῶν Λατίνων ἧτταν μεμαθηκώς, περιαλγήσας ἐπὶ τῇ τῶν κομήτων αἰχμαλωσίᾳ, ἅτε γινώσκων αὐτοὺς κατά τε ὥραν καὶ ῥώμην σώματος καὶ περιφάνειαν γένους τῶν πάλαι ὑμνουμένων, οὐκ ἔφερεν ἐπὶ πλέον τούτους δορυαλώτους ἐπὶ ξένης εἶναι. Ἔνθεν τοι μεταπεμψάμενός τινα Βαρδαλῆν καλούμενον χρήματά τε ἱκανὰ ἐπιδοὺς πρὸς τὴν ἐκείνων ἀνάρρυσιν πρὸς Βαβυλῶνα ἐκπέπομφεν, ἐγχειρίσας αὐτῷ καὶ τὰ πρὸς τὸν Ἀμεριμνῆν γράμματα περὶ τῶν κομήτων διαλαμβάνοντα. Ὁ δέ, τὰς τοῦ αὐτοκράτορος ἀνελίξας γραφάς, ἄτερ τιμῆς τοὺς κόμητας ἀπεδίδου μετὰ περιχαρείας πλὴν τοῦ Γοντοφρέ. Ἐκεῖνον γὰρ προφθάσας πρὸς τὸν αὐτάδελφον αὐτοῦ Βαλ δουῖνον τιμῆς ἀπέδοτο.
Συνεπώς συμπεραίνουμε ότι θα πρέπει να δηλωθεί η πηγή της προέλευσης αυτής της πληροφορίας σχετικά με τον Βάρδαλη ώστε να είναι ιστορικά τεκμηριωμένη. Σαφώς υπάρχει το επώνυμο Βαρδαλής και σήμερα ακόμη, και μάλιστα υπήρξε και Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως ονόματι Διονύσιος Γ΄ Βαρδαλής (1662-1665), ωστόσο, όμως, αυτό δεν αποδεικνύει κάτι, αν δεν δηλώνεται σε κάποια ιστορική πηγή. Όσο κι αν θα μας άρεσε να αποδίδουμε την ονομασία του χωριού μας σε Βυζαντινό Αξιωματικό, αυτό φαίνεται μάλλον απίθανο. Εξάλλου το χωριό μας επί Τουρκοκρατίας και μέχρι το 1883 κατοικούνταν από Τούρκους ως επί το πλείστον, όπως αποδεικνύεται από τους εκλογικούς καταλόγους της επαρχίας Δομοκού του έτους 1883 (Χρονικά της Επαρχίας Δομοκού, τόμος 10, επιμέλεια Λεωνίδα Γαλλή). Δεν θα κρατούσαν μια ονομασία αν δεν ήξεραν τι σήμαινε αυτή. (Αυτό είχε ως αποτέλεσμα το 1928 η Ελληνική Κυβέρνηση να λάβει την απόφαση να αλλάξει όλα τα τουρκικά τοπωνύμια σε ελληνικά).
Ελπίζω η άποψή μου να μη θεωρηθεί αιρετική˙ απλώς στηρίζεται κατά το δυνατόν σε γλωσσολογικά και ιστορικά στοιχεία. Θεωρώ ότι θα μπορούσε να ξεκινήσει ένας γόνιμος διάλογος σχετικά με την ιστορική πορεία του τόπου μας και να κατατεθούν σχετικές ιστορικές πηγές. Άλλωστε η ιστορία γράφεται με τις πηγές και, αν κάτι δεν στηρίζεται σε συγκεκριμένη πηγή ή μαρτυρία, καλό θα ήταν να αποφεύγεται να προβάλλεται ως δεδομένο διότι άλλο η μυθοπλασία και άλλο η ιστορία αυτή καθεαυτή.
(Το άρθρο αυτό δημοσιεύθηκε στη διαθεματική εργασία «Μονάχη έγνοια η γλώσσα μου», και στην ιστοσελίδα www. neomonastiri.gr).
ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΣ: ΟΙ ΣΥΓΓΕΝΕΙΣ ΜΟΥ- ΜΠΕΚΡΙΛΕΡ 1883-ΒΑΡΔΑΛΉ 1915
ΠΙΝΑΚΑΣ Γ΄
ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΣ: ΟΙ ΣΥΓΓΕΝΕΙΣ ΜΟΥ- ΜΠΕΚΡΙΛΕΡ 1883-ΒΑΡΔΑΛΉ 1915
ΕΠΙΣΗΜΟΙ ΕΚΛΟΓΙΚΟΙ ΚΑΤΑΛΟΓΟΙ
ΠΙΝΑΚΑΣ Α΄
ΟΙ ΣΥΓΓΕΝΕΙΣ ΜΟΥ ΣΤΟ ΜΠΕΚΡΙΛΕΡ ΤΗΝ 1 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1883
Α/Α | ΕΠΩΝΥΜΟ | ΟΝΟΜΑ | ΠΑΤΡΩΝΥΜΟ | ΕΤΩΝ | ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ |
1 | ΧΑΝΤΣΗΣ | ΙΩΑΝΝΗΣ | ΚΩΝ/ΤΙΝΟΣ | 48 | ΓΕΩΡΓΟΣ |
2 | ΧΑΝΤΣΗΣ | ΘΕΟΔΩΡΟΣ *1 | ΜΑΝΘΙΑΣ | 56 | ΓΕΩΡΓΟΣ |
3 | ΧΑΝΤΣΗΣ | ΚΩΝ/ΤΙΝΟΣ *2 | ΜΑΝΘΙΑΣ | 46 | ΓΕΩΡΓΟΣ |
4 | ΧΑΝΤΣΗΣ | ΧΡΗΣΤΟΣ *3 | ΘΕΟΔΩΡΟΣ | 29 | ΓΕΩΡΓΟΣ |
5 | ΧΑΝΤΖΟΠΟΥΛΟΣ | ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ | ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ | 31 | ΓΕΩΡΓΟΣ |
6 | ΧΑΝΤΖΟΠΟΥΛΟΣ | ΕΥΑΓΓΕΛΗΣ | ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ | 71 | ΓΕΩΡΓΟΣ |
*1 και *2 αδέλφια γιοί του ΜΑΝΘΙΑ
*3 γιός του ΘΕΟΔΩΡΟΥ κι εγγονός του ΜΑΝΘΙΑ
ΠΙΝΑΚΑΣ Β΄
ΟΙ ΣΥΓΓΕΝΕΙΣ ΜΟΥ ΣΤΟ ΒΑΡΔΑΛΗ ΣΤΙΣ 20 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 1915
Α/Α | ΕΠΩΝΥΜΟ | ΟΝΟΜΑ | ΠΑΤΡΩΝΥΜΟ | ΕΤΩΝ | ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ |
1 | ΧΑΝΤΖΟΠΟΥΛΟΣ | ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ | ΙΩΑΝΝΗΣ | 33 | ΓΕΩΡΓΟΣ |
2 | ΧΑΝΤΖΟΠΟΥΛΟΣ | ΗΛΙΑΣ *2 | ΘΕΟΔΩΡΟΣ | 47 | ΓΕΩΡΓΟΣ |
3 | ΧΑΝΤΖΟΠΟΥΛΟΣ | ΘΕΟΔΩΡΟΣ | ΗΛΙΑΣ | 23 | ΣΙΔΗΡΟΥΡΓΟΣ |
4 | ΧΑΝΤΖΟΠΟΥΛΟΣ | ΑΧΙΛΛΕΥΣ *3 | ΘΕΟΔΩΡΟΣ | 45 | ΓΕΩΡΓΟΣ |
5 | ΧΑΝΤΖΟΠΟΥΛΟΣ | ΧΡΗΣΤΟΣ *1 | ΘΕΟΔΩΡΟΣ | 60 | ΓΕΩΡΓΟΣ |
6 | ΧΑΝΤΖΟΠΟΥΛΟΣ | ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ | ΧΡΗΣΤΟΣ | 22 | ΓΕΩΡΓΟΣ |
7 | ΧΑΝΤΖΟΠΟΥΛΟΣ | ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ | ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ | 62 | ΓΕΩΡΓΟΣ |
8 | ΧΑΝΤΖΟΠΟΥΛΟΣ | ΣΕΡΑΦΕΙΜ *4 | ΘΕΟΔΩΡΟΣ | 40 | ΓΕΩΡΓΟΣ |
1-2-3-4 αδέλφια γιοί του ΘΕΟΔΩΡΟΥ.
Πηγή: των Α κα Β Πινάκων «ΤΑ ΧΡΟΝΙΚΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΔΟΜΟΚΟΥ» τόμος 10 ος
σελ.160-165-166 από το Δομοκίτη Κωνσταντίνο Γαλλή αδελφό του αείμνηστου βουλευτή Λεωνίδα Γαλλή.
ΤΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΜΟΥ ΔΕΝΔΡΟ:
- ΧΑΝΤΣΗΣ ΜΑΝΘΙΑΣ ΜΠΕΚΡΙΛΕΡ ΕΤΟΣ ΓΕΝΝΗΣΗΣ 1802 (παππούς του παππού μου)
- ΧΑΝΤΣΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΜΠΕΚΡΙΛΕΡ ΕΤΟΣ ΓΕΝΝΗΣΗΣ 1827(πατέρας του παππού μου)
- ΧΑΝΤΖΟΠΟΥΛΟΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΜΠΕΚΡΙΛΕΡ ΕΤΟΣ ΓΕΝΝΗΣΗΣ 1875(ο παππούς μου)
- ΧΑΤΖΗΣ ΧΡΗΣΤΟΣ ΒΑΡΔΑΛΗ ΕΤΟΣ ΓΕΝΝΗΣΗΣ 1919 (ο πατέρας μου)
- ΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΒΑΡΔΑΛΗ ΕΤΟΣ ΓΕΝΝΗΣΗΣ 1944 (ο γράφων)
- ΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΥ ΕΛΙΣΑΒΕΤ ΤΟΥ ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΕΤΟΣ ΓΕΝΝΗΣΗΣ 1968 (η θυγατέρα μου)
- ΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΣ ΧΡΗΣΤΟΣ ΤΟΥ ΣΕΡ. ΕΤΟΣ ΓΕΝΝΗΣΗΣ 1970 (α΄ γιός μου)
- ΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΣ ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΤΟΥ ΣΕΡ. ΕΤΟΣ ΓΕΝΝΗΣΗΣ 1974 (β΄γιός μου)
- ΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ 2004 (ο πρώτος εγγονός μου)
- ΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΣ ΑΓΓΕΛΟΣ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ 2005 ( ο δεύτερος εγγονός μου)
- ΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΤΟΥ ΧΡΉΣΤΟΥ 2006 ( ο τρίτος εγγονός μου)
22-7-2010
Σεραφείμ Χατζόπουλος