Κε αρχισυντάκτη
Αναρωτιέμαι πολλές φορές, τι κοινωνία είμαστε όταν μένουμε απαθείς απέναντι στο φόβο τις διώξεις, ακόμα και φόνους μεταναστών από άτομα με μοναδικό κίνητρο το χρώμα του δέρματος. Τι κοινωνία είμαστε όταν πουλάμε χωράφια [πανάκριβα] σε τσιγγάνους συμπολίτες μας, εκτός σχεδίου, και μετά θέλουμε να τους διώξουμε. Τι κοινωνία είμαστε όταν προσλαμβάνουμε παράνομους μετανάστες για δουλειά και όταν έρθει η ώρα να τους πληρώσουμε καλούμε την αστυνομία να τους απελάσει. Ή όταν νοικιάζουμε τα υπόγεια στον Άγιο Παντελεήμονα σε μεσίτες πού γδέρνουν τους μετανάστες και στο τέλος φέρνουν τη Χρυσή Αυγή για να τους διώξουν.
Τελευταία είχαμε και την πρωτοφανή ανακοίνωση της Χρυσής Αυγής που εξέφραζε «συμπόνια» προς τους μεγαλοεργοδότες της Στερεάς, ενώ προχώρησε και σε ίδρυση γραφείου εύρεσης εργασίας, με ξεφτιλιστικό μεροκάματο, ζητώντας να φύγουν οι ξένοι εργαζόμενοι και να το πάρουν έλληνες. Ξέχασαν όμως να μας πουν πόσες ώρες πρέπει να δουλεύουν, τι μισθό θα έχουν, πόσο ελαστικό θα είναι το ωράριο τους, τι σταθερότητα θα υπάρχει σε αυτά. Και αφού δηλώνει αντισυστημική γιατί είναι με την παραμονή της χώρας στην ΕΕ στηρίζοντας όλες τις συνθήκες της ΕΕ [Μάαστριχτ, Δουβλίνο 1 και 2 περί μετανάστευσης και υποχρεώσεων της χώρας]. Όλες αυτές οι οργανώσεις πανευρωπαϊκά, είναι νεοναζιστικές πού προσπαθούν να κρυφθούν πίσω από τον τάχα μου «πατριωτισμό» και «φιλεργατισμό». Στην Ελλάδα όλοι αυτοί πού φωνάζουν ζήτω οι χίτες και οι ταγματασφαλίτες και νιώθουν «άβολα» στη βουλή, φέρνουν σαν πρότυπο την ακεραιότητα των χουντικών. Θέλοντας να ξεχάσουμε τα σάπια κρέατα του Μπαλόπουλου ότι ο Ασλανίδης που ήταν κατηγορούμενος για απάτες, γύρισε στην Ελλάδα 3 μέρες πριν πεθάνει, την επιστράτευση και τα κουτιά με τις πέτρες αντί οπλών και ακόμη περισσότερο την προδοσία της Κύπρου.
Γνωρίζω ότι στον τόπο μου η άνοδος της Χρυσής Αυγής οφείλεται στην ψήφισή της από πρώην πασόκους και νεοδημοκράτες. Είναι τεράστια η ευθύνη των κομμάτων αυτών για την ακραία συντηρητικοποίηση και τύφλωση των οπαδών τους. Είναι ευθύνη ολωνών μας αυτό το φαινόμενο να εξαφανιστεί.
ΥΓ Το 1975, μαθητής ακόμη νυκτερινής σχολής στην Αθήνα, δούλευα σε οικοδομή στην Αγία Βαρβάρα Αττικής (τόπος καταυλισμού τσιγγάνων). Μία μέρα είδα έναν καλοντυμένο κύριο, όχι τσιγγάνο, με μερικούς ακόμη καλοντυμένους τσιγγάνους που τους πλησίαζαν οι τσιγγάνοι. Στην ερώτησή μου για το ποιος είναι αυτός μου απάντησαν ο Μήτρος Σουλιμιώτης, κοινοτάρχης τότε της Αγίας Βαρβάρας. Και στην αυθόρμητη ερώτηση μου «μα τι θέλει ο δήμαρχος με τους γύφτους» το αφεντικό μου απάντησε ότι «είναι κουμμούνι». Χάρη σ’ αυτόν τον κοινοτάρχη, και σχολεία φτιάχτηκαν στην Αγία Βαρβάρα και επιστήμονες βγήκαν από τους τσιγγάνους και σήμερα υπάρχει αρμονική συμβίωση όλων στην Αγία Βαρβάρα. Ευτυχώς, η Αγία Βαρβάρα είχε κοινοτάρχη το Μήτρο Σουλιμιώτη και όχι το δήμαρχο Λαμίας ή τους δημάρχους της Αταλάντης.
Γ. Φραγκούλης
Καμένα Βούρλα
"Αναρωτιέμαι τι κοινωνία είμαστε όταν μένουμε απαθείς απέναντι στο φόβο τις διώξεις"
Tags: