Θεόδωρος Κουτρούκης
Επικ. Καθηγητής
Πανεπιστημίου Αιγαίου
Το
μικρό σπίτι στο λιβάδι: αναζητώντας απασχόληση
στον πρωτογενή τομέα
Το τελευταίο
χρονικό διάστημα βιώνουμε μια έντονη
τάση επιστροφής στην επαρχία από ολοένα και
περισσότερους νέους αλλά και μεγαλύτερους
σε ηλικία συμπολίτες μας. Εξαιτίας της
οικονομικής ύφεσης, της συρρίκνωσης των
εισοδημάτων και των πολλαπλών απολύσεων
εκατοντάδες Έλληνες οδηγούνται στους
δρόμους της υπαίθρου, συνδράμοντας με
αυτό τον τρόπο την πληθυσμιακή και παραγωγική
ισορροπία της χώρας.
Το ρεύμα των νέων που
εγκαταλείπουν τα αστικά κέντρα χάριν
της επαρχίας και των γεωργικών εκμεταλλεύσεων
διογκώνεται διαρκώς, καθώς η ανεργία,
τα «λουκέτα» των επιχειρήσεων, η δυσπραγία
και η ακρίβεια περιορίζουν ολοένα και
περισσότερο τις ευκαιρίες απασχόλησης
στις μεγάλες πόλεις.
Σε αυτό το ζοφερό σκηνικό
πολλοί νέοι εγκαταλείπουν τα καταστήματα
και τα γραφεία και με εφόδια τις σπουδές,
την εμπειρία και την επιθυμία τους για
αλλαγή και επιβίωση στρέφονται σε παραδοσιακά
η/ και μοντέρνα επαγγέλματα της υπαίθρου.
Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός πως η οικονομική ύφεση στρέφει όλο και περισσότερο κόσμο στην αγροτική οικονομία με αποτέλεσμα τη σταθερή αύξηση του πληθυσμού των αγροτών το τελευταίο διάστημα.
Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός πως η οικονομική ύφεση στρέφει όλο και περισσότερο κόσμο στην αγροτική οικονομία με αποτέλεσμα τη σταθερή αύξηση του πληθυσμού των αγροτών το τελευταίο διάστημα.
Σύμφωνα με στοιχεία που
παρουσίασαν οι Κασίμης και Ζωγραφάκης
η απασχόληση στον πρωτογενή τομέα βρισκόταν
σε ανοδική πορεία μέχρι το 2010, ενώ το 2011
εμφάνισε πτώση που πάντως ήταν μικρότερη
από τους άλλους δύο τομείς παραγωγής.
Ακόμη οι αγροτικές περιοχές εμφανίζουν
χαμηλότερη ανεργία, και πιο συγκεκριμένα
η ανεργία στις αγροτικές περιοχές ανήλθε
15,6% το 2011 έναντι 22,2% των αστικών περιοχών
(http://www.efsyn.gr/?p=7964).
Η τάση αυτή, συνδέεται τόσο
με τον αυξημένο αριθμό των νέων που επιλέγουν
γεωργικά επαγγέλματα, όσο και με μετακινήσεις
από κλάδους παραγωγής που δοκιμάζονται
έντονα στην κρίση (κατασκευές, μεταποίηση
κ.λπ.).
Το θετικό αυτής
της εξέλιξης είναι ότι αναστρέφει
σε ένα βαθμό την ερήμωση της επαρχίας, τάση που
αναμένεται να εδραιωθεί αν οι νέοι κάτοικοι
της υπαίθρου επιτύχουν στις επιχειρηματικές
τους κινήσεις.
Οι επιχειρηματίες
της υπαίθρου νέας γενιάς δραστηριοποιούνται
σε καινοτόμα καλλιεργητικά προγράμματα
και μικρές μεταποιητικές μονάδες οικοτεχνικής
ή μικρής βιοτεχνικής κλίμακας (αμπέλια,
κρασιά, μέλια, κηπευτικά, κτηνοτροφία,
τυροκομία, σαπωνοποιία, χειροτεχνήματα
κ.α.), σε δίκτυα διανομής και εμπορίας,
στη γεωργία, την τουριστική ανάπτυξη,
τις βιολογικές καλλιέργειες, σε επενδύσεις
σε φωτοβολταϊκά συστήματα και βιοκαύσιμα,
στο ηλεκτρονικό εμπόριο αγροτικών προϊόντων.
Επιπλέον αναπτύσσουν τεχνογνωσία σε
δραστηριότητες οικοτουρισμού, μεταποίησης
για εκλεκτά προϊόντα με ονομασία προέλευσης,
εισάγουν νέες μεθόδους, πειραματίζονται.
Η πόλη δεν προσφέρει πλέον
θέσεις εργασίας, ούτε υλικές προϋποθέσεις
για ζωή με αξιοπρέπεια. Αντίθετα, η επαρχία
παρέχει χαμηλότερο κόστος διαβίωσης,
ευκολότερη καθημερινότητα, υψηλή ποιότητα
ζωής.
Η ελληνική επαρχία
αποτελεί μια πρόκληση: μπορεί να δώσει την νέα ευκαιρία
για την επαναφορά της χώρας μας σε τροχιά
ανάπτυξης με αναθεώρηση των κοινωνικών
προτύπων και αξιών. Στην Ελλάδα του Μνημονίου
η διέξοδος στην απασχόληση δεν συνδέεται
τόσο με ψηλά αστικά γυάλινα κτίρια αλλά
με τοπία που θα θυμίζουν στιγμιότυπα
από την παλιότερη τηλεοπτική σειρά «Το
μικρό σπίτι στο λιβάδι»