Ομιλία της Κατερίνας Μπατζελή στο 9ο Συνέδριο του ΠΑΣΟΚ

Ομιλία της Κατερίνας Μπατζελή στο 9ο Συνέδριο του ΠΑΣΟΚ
 9ο Συνέδριο του ΠΑΣΟΚ
1-3 Μαρτίου 2013

Ομιλία Κατερίνας Μπατζελή 


Φίλες και Φίλοι,
Συντρόφισσες και Σύντροφοι,
    Το 9ο Συνέδριο του ΠΑΣΟΚ, ένα συντακτικό Συνέδριο ιστορικού κόμματος με ευρεία λαϊκή βάση από το 1981,  διεξάγεται στην πιο κρίσιμη στιγμή της πορείας του κόμματος, αλλά και στην πιο πολύπλοκη φάση εξόδου της χώρας μας από την κρίση.

Συντρόφισσες και Σύντροφοι,
    Η πορεία της Κεντροαριστεράς ιστορικά και περισσότερο από κάθε άλλη φορά σήμερα, δεν κρίνεται μονοσήμαντα από την πορεία και μόνο του ΠΑΣΟΚ. 

Δεν εξαντλείται εντός των τειχών του Συνεδρίου και εντός των γραφείων του ΠΑΣΟΚ.
Η κεντροαριστερή ιδεολογία, η σοσιαλδημοκρατία εξελίσσεται συνεχώς με πολιτικές που  εκφράζουν  τις κοινωνικές αλλαγές και μεταρρυθμίσεις.

Η Κεντροαριστερά δε συγκροτείται με συμμαχίες κορυφής.

Η Κεντροαριστερά εκφράζεται μέσα  στην ίδια την κοινωνία.

Η Κεντροαριστερά συνθέτει. Δε διασπά. Δεν εξοβελίζει. Δεν αποκλείει κανέναν και καμία συμμαχία, εντός της χώρας και εντός της Ευρώπης.

Η Κεντροαριστερά προβλέπει τους κινδύνους και τους αντιμετωπίζει έγκαιρα.

Η Κεντροαριστερά εκφράζεται σε κάθε χώρα λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιομορφίες της κοινωνίας και του πολιτικού συστήματος. Δεν αντιγράφει σχήματα και δη αποτυχημένα άλλων χωρών, όπως αυτό του ιταλικού πολιτικού συστήματος (Ελιά).

Ένα κόμμα της Κεντροαριστεράς, το οποίο θέλει να εκφράζει τον προοδευτικό μεσαίο κοινωνικό χώρο, δεν μπορεί με μηχανιστικό τρόπο και με αντιλήψεις παραμονής στην εξουσία, να κρατά στο πολιτικό «ενεχυροδανειστήριό» του  την  κοινωνία που εκλογικά το στήριξε και να την «εξαργυρώνει» με τη δικαιολογία της συγκυβέρνησης ή ως «προίκα κοινοβουλευτική» σε άλλο πολιτικό χώρο και δη συντηρητικό.

Ένας κεντροαριστερός σχηματισμός ή και κόμμα δεν μπορεί να επιδιώξει κοινή εκλογική κάθοδο με συντηρητικά κόμματα ακόμη και με το πρόσχημα μιας προγραμματικής συμφωνίας.  Διότι θα είναι πλέον υπεύθυνο για τη σύγχυση που θα προκληθεί στην κοινωνία, την «θολούρα» των πολιτικών θέσεων και την αποιδεολογικοποίηση των κομμάτων.
 Άλλωστε η σημερινή κρίση έχει ιδεολογικές καταβολές τις οποίες δεν μπορεί κανείς να τις εξαφανίσει.

Σε ένα κίνημα Κεντροαριστεράς οι προγραμματικές δηλώσεις μπορεί να γίνουν και να αποκρυσταλλώσουν τις βασικές πολιτικές και τις  συγκλίσεις μεταξύ κομμάτων που συγκλίνουν ιδεολογικά και όχι με αντίπαλα, συντηρητικά κόμματα.  Τα οποία μάλιστα λόγω της συγκυρίας διαφοροποιούνται έντονα ιδεολογικά σε ζητήματα θεσμών, διαχείρισης της δημοκρατίας, κοινωνικών και  αναπτυξιακών πολιτικών, καθώς και εκείνης της αναδιανομής των πόρων και των ευθυνών.

Ένα κόμμα της Κεντροαριστεράς στη χώρα μας πρέπει να έχει ευρωπαϊκό προσανατολισμό, να επιδιώκει ισχυρές συμμαχίες για να μπορέσει να ανατρέψει τις συντηρητικές πολιτικές.  Πολιτικές που επιβλήθηκαν με το «μότο» της αυτορύθμισης των αγορών, της νομισματικής σταθερότητας, της πλήρους απελευθέρωσης και διόγκωσης της εσωτερικής αγοράς, της σύγκλισης μισθών σε όλους τους παραγωγικούς τομείς, τη μονοσήμαντη διαχείριση των ελλειμμάτων των εθνικών προϋπολογισμών και όχι και εκείνων των πλεονασματικών προϋπολογισμών που στην ουσία δημιουργούνται εις βάρος των ασθενέστερων χωρών. 

Η Ευρωπαϊκή Κεντροαριστερά, η σοσιαλδημοκρατία δεν μπορεί να συνεχίσει τη σιωπή της και να αναμένει να δρομολογηθούν οι εξελίξεις από τις ευρωπαϊκές συντηρητικές κυβερνήσεις.  Οι κοινωνικές συγκρούσεις και οι κινητοποιήσεις παίρνουν μεγάλες διαστάσεις, ενώ οι ευρωπαίοι πολίτες που έχουν υποστεί την ήττα τους από τη λιτότητα γελοιοποιούν στο σύνολό τους το πολιτικό σύστημα (βλ. Ιταλία).

Τα ευρωπαϊκά σοσιαλιστικά κόμματα πρέπει μέχρι τις Ευρωεκλογές του 2014 να παρουσιάσουν μια Προγραμματική Συμφωνία, ένα ουσιαστικό κεντρικό ιδεολογικό μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα, με ενοποιημένες τις κοινωνικές και πολιτικές συνιστώσες. Με σύνθημά τους «την κοινωνική συνοχή, την κοινωνική αλληλεγγύη και τη σύσταση του σύγχρονου κοινωνικού κράτους».

Η Κεντροαριστερά πρέπει να «αναπνέει με τους πνεύμονες της νεολαίας». Δεν μπορεί να έχει «πολιτική μυωπία» για τις εξεγέρσεις που προκύπτουν από την απόγνωση των νέων.
Η νεανική απόγνωση λαμβάνει πολλές φορές μορφές νέας αντίστασης και παράτολμου κοινωνικού ριζοσπαστισμού.
Δεν μπορεί να τους καταλογίζεται νεανική απερισκεψία, να επιλέγονται ως μοναδικός τρόπος αντιμετώπισής τους οι δυνάμεις καταστολής και να «εξαγνίζεται» η κυβερνητική πολιτική με τη δήθεν προσφορά εργασιακών και κοινωνικών πρακτικών που ουσιαστικά οδηγούν στην αύξηση της ανεργίας τους, επιδεινώνουν την οικονομική τους κατάσταση και πάνω από όλα ακυρώνουν τις ελπίδες και τα οράματά τους.
Η Κεντροαριστερά δεν μπορεί να έχει μέλλον αν στηρίζεται μόνο στα «περήφανα νιάτα» που συντηρούνται από κάποιο συνταξιοδοτικό ταμείο. Αλλά από την άλλη πλευρά σε καμία περίπτωση η ενεργοποίηση των νέων δεν πρέπει να γίνει με λογική συστράτευσης, σε παλαιού τύπου συμμετοχή τους και με λογική «εφόδου» στην εξουσία ενός κόμματος. Αυτό θα είναι η επανάληψη ενός κακέκτυπου το οποίο έζησε ο πολιτικός μας χώρος. Ένα κακέκτυπο που διέσπασε τη νεολαία, την οδήγησε σταδιακά στην απομόνωσή της από την κοινωνική βάση κι από τους χώρους δράσης της.
Η νεολαία πρέπει να αποτελέσει οδηγό των νέων ηθικών αξιών του κόμματος. Μια νεολαία που θα εκφράζει και τα νέα κοινωνικά πρότυπα τα οποία αναζητούν εναγωνίως  οι σημερινοί πολίτες.

Για την Κεντροαριστερά η Μνημονιακή περίοδος θα πρέπει να θεωρηθεί ως ένα εργαλείο διαχείρισης της κρίσης του δημόσιου χρέους, όπως αυτό έχει ορισθεί από το κέντρο της νεοφιλελεύθερης οικονομίας. Δεν είναι δυνατόν  να εκλαμβάνεται ως ιδεολογική πολιτική πλατφόρμα. Διότι αν αυτό συμβεί, τότε θα συνθλίψει τις κοινωνικές δυνάμεις που στηρίζουν  διαχρονικά τα προοδευτικά κόμματα.  Παράλληλα θα δημιουργηθεί ένα δίπολο ευρωσκεπτικιστών και φιλοευρωπαϊκών αντιλήψεων που στην ουσία οδηγεί στην απώλεια του ιδεολογικού προσανατολισμού των κομμάτων. Η πόλωση μεταξύ του υπέρ ή  κατά της Ευρώπης, αποδυναμώνει τις διαχωριστικές γραμμές μεταξύ Κεντροαριστεράς και Κεντροδεξιάς, ενώ θα έχει ως αποτέλεσμα να ενεργοποιούνται και ισχυροποιούνται η Ακροδεξιά και η Άκρα Αριστερά.
Η Μνημονιακή περίοδος μπορεί να συρρικνώσει τα πολιτικά κόμματα που κλήθηκαν να τη διαχειριστούν, αλλά δεν μπορεί να καταργήσει τις ιδεολογικές και πολιτικές διαφορές των πολιτικών σχημάτων όπως αυτές εκφράζονται από την ίδια την κοινωνία.

Η Κεντροαριστερά σε μια περίοδο κρίσης και μάλιστα μνημονιακής διαχείρισής της βρίσκεται αντιμέτωπη με δύο προκλήσεις. Πρώτον τη ριζική ανασύνταξή της και δεύτερον την πρόκληση ή την αναγκαιότητα σύναψης συμμαχιών. Συμμαχιών μεταξύ των προοδευτικών κομμάτων και συμμαχιών για την διακυβέρνηση της χώρας με μεταβατική διαδρομή.

Για ό,τι αφορά τις πολιτικές συμμαχίες, αλλά και τον πολιτικό διάλογο εντός του ευρύτερου χώρου της Αριστεράς και της Κεντροαριστεράς στη χώρα μας, στη φάση που βρίσκεται το πολιτικό σύστημα, το θέμα αυτό θα «σύρεται» με κρίσιμη παράμετρο τη νέα τάξη πραγμάτων εντός του ΣΥΡΙΖΑ, κάτι που θα εξαρτηθεί από την απαλλαγή ή μη των ετερόκλητων συνιστωσών του. Όμως παραμένει ερώτημα αν έχει τη δυνατότητα το πολυσχιδές αυτό κόμμα να αποκτήσει σαφή πολιτική για το θέμα της διαχείρισης της κρίσης, αλλά και για το ποια θα είναι  η τελική τοποθέτηση για το νέο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι.
Αυτή η αναμονή είναι σχεδόν αναγκαία, διότι ο ΣΥΡΙΖΑ συγκυριακά έχει πολιτικά εγκλωβίσει ή ακόμα και με μορφή εκτόνωσης, σημαντικό μέρος της ελληνικής κοινωνίας, της εκλογικής βάσης του ΠΑΣΟΚ, του μεσαίου κοινωνικού χώρου, των νέων, αλλά και συντεχνιακών ομάδων. Και μέχρι τις επόμενες εκλογές τη σχέση αυτή πρέπει να την αλλάξουμε.
Όσο δε το κόμμα αυτό έχει εσωτερικές ρήξεις,  με συγκρούσεις κυρίως μεταξύ της άκρα Αριστεράς πτέρυγας του και των φιλοευρωπαϊκών τάσεών του που οι τελευταίοι επιδιώκουν να μπουν μπροστά για να δημιουργήσουν τη νέα πολιτική φυσιογνωμία του  ΣΥΡΙΖΑ, δεν μπορεί το ΠΑΣΟΚ να αδιαφορεί. 
Δεν μπορεί το ΠΑΣΟΚ να αφήσει εγκλωβισμένους στο ΣΥΡΙΖΑ ένα μεγάλο μέρος της δικής του κοινωνίας. Και μάλιστα το ΠΑΣΟΚ ενίοτε να ακολουθεί τη στρατηγικής σημασίας αντιπαράθεση της Νέας Δημοκρατίας με το ΣΥΡΙΖΑ για το ποια είναι η τελική γραμμή του κόμματος για διάφορα ζητήματα, οικονομικά, πολιτικά, ασφάλειας του πολίτη κτλ.
Μια πολιτική αντιπαράθεση της ΝΔ με το ΣΥΡΙΖΑ στην ουσία συσπειρώνει μέρος της κοινωνίας πέριξ της ΝΔ, αφήνει «ξεκρέμαστο» το ΠΑΣΟΚ, ενώ η αντιπαράθεση αυτή τελικά λειτουργεί ενωτικά για τις  δεκατρείς συνιστώσες του ΣΥΡΙΖΑ. Το δε αποτέλεσμα θα είναι η τάση δημιουργίας δυο πόλων: της Νέας Δημοκρατίας και του ΣΥΡΙΖΑ.

Η συνεργασία του ΠΑΣΟΚ με τη ΔΗΜΑΡ ένα κόμμα το οποίο και αυτό κλυδωνίζεται από εσωτερικές αντιπαραθέσεις απαιτεί εκ μέρους μας μια ουσιαστική στρατηγική προσέγγιση και να μην αναλωνόμαστε σε επικοινωνιακού τύπου κελεύσματα, τα οποία το μόνο που φιλοδοξούν είναι να εκθέτουν την ηγεσία της ΔΗΜΑΡ. Στην κοινωνία τους, στα στελέχη τους, αλλά εμμέσως και εντός του  Κεντροαριστερού χώρου.
Εν κατακλείδι, για ό,τι αφορά τις συνεργασίες του ΠΑΣΟΚ με τον ευρύτερο Κεντροαριστερό χώρο, δεν μπορεί να εγκλωβιζόμαστε στη μηχανιστική λογική του «ποιος θα απορροφήσει ποιον».  Ποιανού το όνομα θα μπει ψηλά στην κορνίζα; Αλλά, το ποιες συμμαχίες πρέπει να γίνουν κυρίως σε ζητήματα καθημερινότητας των πολιτών, επίλυσης του «γόρδιου δεσμού» ύφεσης και ανεργίας και ζητημάτων ποιότητας ζωής, δημοκρατικών θεσμών και μετανάστευσης. Ζητήματα τα οποία δημιουργούν το πρότυπο της μελλοντικής κοινωνίας.
Σχετικά με ζητήματα τα οποία θα αποτελέσουν τη βάση εφαρμογής άμεσων πολιτικών σε αυτή τη δύσκολη οικονομική περίοδο, η πρόταση του Εθνικού Σχεδίου Ανασυγκρότησης αποτελεί μια ισχυρή βάση διαπραγμάτευσης στον Κεντροαριστερό χώρο.  Μια βάση διαπραγμάτευσης που θα αποσκοπεί και στην αλλαγή βασικών συνισταμένων του ίδιου του Μνημονίου.  Πολιτικές οι οποίες διαφαίνονται ότι αλλάζουν και σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Για ό,τι αφορά το θέμα της κυβερνητικής συμμαχίας Νέας Δημοκρατίας και ΠΑΣΟΚ, αυτή θα καρκινοβατεί όσο η χώρα βρίσκεται σε κρίση. Αυτό το οποίο πρέπει να αποφασισθεί είναι ποιες είναι οι θέσεις του κόμματος για την έξοδο της χώρας από την κρίση. Στο σχεδιασμό των θέσεων αυτών θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι σταδιακά αλλά δυναμικά αλλάζουν οι πολιτικές προσεγγίσεις των Ευρωπαίων πολιτικών, αλλά και της ίδιας της κοινωνίας σε ζητήματα δημοσιονομικής πειθαρχίας και λιτότητας. Σε αυτή την αλλαγή σκηνικού, το ΠΑΣΟΚ θα πρέπει να συμμετάσχει δυναμικά και να μην αφήσει κανένα άλλο κόμμα να κεφαλαιοποιήσει τις επερχόμενες αυτές αλλαγές.

         Συντρόφισσες και Σύντροφοι,

    Δεν μπορεί να ελπίζουμε σε μια ανασυγκρότηση του ΠΑΣΟΚ παρόμοια με εκείνη της δεκαετίας του 80. 
Δεν μπορεί να κάνουμε ότι αγνοούμε, ότι η αποδυνάμωση του πολιτικού μας χώρου και η αποξένωση από την κοινωνική μας βάση άρχισε το 2009. Τα δείγματα κόπωσης της κοινωνίας απέναντι στο ΠΑΣΟΚ είχαν εμφανιστεί ήδη από το 2000 παρά το γεγονός ότι ήταν μια περίοδος καλπάζουσας ανάπτυξης. Αλλά η σύγκρισή μας με την σπάταλη, ανεύθυνη, αλλά και επικίνδυνη διακυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, συσπείρωνε την κοινωνία και πάλι στον χώρο του ΠΑΣΟΚ. Ζήτημα το οποίο δεν εκμεταλλεύτηκε όπως έπρεπε ο πολιτικός μας χώρος για να προωθήσει ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις σε περιόδους ανάπτυξης.

Δεν μπορεί να αποσιωπήσουμε επίσης τη σταδιακή αποδυνάμωση του κόμματος, τις αποστασιοποιήσεις τμήματος του κομματικού μας χώρου στις συνεχείς εκλογικές αναμετρήσεις με τη Νέα Δημοκρατία, τις δημοσκοπικές και πλασματικές ενισχύσεις του ΣΥΡΙΖΑ από δικές μας πολιτικές δυνάμεις όταν  έπρεπε να αλλάξει ο πολιτικός μας λόγος και οι συγκρούσεις μας με συμφέροντα. Δεν μπορούμε να αποσιωπήσουμε και τις εσωτερικές διαμάχες που αποδυνάμωναν συνεχώς τον κύριο κυβερνητικό και κοινοβουλευτικό κορμό του ΠΑΣΟΚ και δημιουργούσαν σύγχυση στην κοινωνική μας βάση.

Δεν μπορεί όμως να προσπεράσουμε ούτε τα λάθη της πολιτικής διαχείρισης του Μνημονίου από το 2010 έως σήμερα. Λάθη που έχουν να κάνουν με  την ατολμία μας να προβούμε σε εκλογές για να ζητήσουμε τη στήριξη του ελληνικού λαού πριν τη συγκρότηση της Κυβέρνησης Παπαδήμου.  Διότι το Μνημόνιο όπως αυτό εξελίχθηκε ως Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Στήριξης, επί της ουσίας ήταν η καλύτερη δυνατή λύση έναντι της χρεοκοπίας της χώρας. 

Το ΠΑΣΟΚ ουδέποτε κεφαλαιοποίησε τη νέα αυτή μορφή ευρωπαϊκής οικονομικής διαχείρισης της κρίσης που αρχής γενομένης από την Ελλάδα εφαρμόζεται σε ευρωπαϊκό επίπεδο και στηρίζει συνολικά σε πρώτη φάση τον ίδιο το Νότο.

Δεν μπορεί να πιστεύουμε ότι με το τέλος του 9ου Συνεδρίου, του συντακτικού συνεδρίου, θα έχουμε συγκροτήσει ένα δυναμικό κεντροαριστερό κίνημα.  Το 9ο Συνέδριο είναι μόνο η αρχή ενός συνεχούς αγώνα. Ενός αγώνα όχι ενδοκομματικού, αλλά ενός αγώνα συμπόρευσής μας με την κοινωνία.

Συντρόφισσες και Σύντροφοι,
    Στόχος μας όμως δεν είναι μόνο τι πρέπει να πετύχουμε στο Συνέδριο αυτό, αλλά και τι πρέπει να αποφύγουμε ώστε να μην το οδηγήσουμε σε αποτυχία.

Η μεγαλύτερη αποτυχία του Συνεδρίου, αλλά και της μετέπειτα πορείας του κόμματος θα είναι εάν αυτή η εσωτερική κομματική διαβούλευση και ανασυγκρότηση περάσει απαρατήρητη στην κοινωνία.
Και θα περάσει απαρατήρητη εάν δεν διασφαλιστούν τρεις βασικές προϋποθέσεις.

Πρώτη προϋπόθεση αποτυχίας είναι αν δε θα διασφαλιστεί μια νέα ηθική σχέση του κόμματος με την κοινωνία.  Μια αμφίδρομη ηθική σχέση όπου ο πολίτης θα αισθανθεί ότι ανήκει και ότι μπορεί να επανέλθει σε ένα αξιακό νέο κεντροαριστερό κόμμα.

Η δεύτερη προϋπόθεση αποτυχίας  εάν δεν υπάρξει εντός του κόμματος ένας ισχυρός, ακόμη και συγκρουσιακός διάλογος. Ένας διάλογος που δε θα οδηγεί  σε απόκλιση και ασάφεια μεταξύ προγραμματικών εξαγγελιών, κομματικών και κυβερνητικών πρακτικών, αλλά και τελικών στόχων.
Η τρίτη προϋπόθεση αποτυχίας,  είναι εάν «στηθούν αριστερά άλλοθι» με επικοινωνιακό τρόπο για να «καλλωπισθεί» μια φοβική πολιτική. Μια πολιτική που θα προκαλεί σύγχυση ακόμη και αίσθημα οργής στην ίδια την κοινωνία, αλλά που από την άλλη πλευρά το ίδιο το κόμμα θα κλονίζεται από τις κοινωνικές εξελίξεις που θα γίνονται έξω από αυτό και ερήμην του.

Η κοινωνία, οι πολίτες που τις τελευταίες δεκαετίες στήριξαν και αγκάλιασαν το ΠΑΣΟΚ δεν έχουν ανάγκη από χλωμές συζητήσεις, προαναγγελθέντες σχηματισμούς. Θέλουν καθαρό λόγο, καθαρά πρόσωπα, αλλά πάνω από όλα διαφάνεια σε όλα τα επίπεδα και σε όλους.

Συντρόφισσες και Σύντροφοι,
    Για να μπορούμε όμως να απευθυνθούμε στην κοινωνία, αλλά και στα άλλα πολιτικά κόμματα μετά το Συνέδριο, θα πρέπει να διασφαλίσουμε ότι έχουμε κάνει έναν ουσιαστικό απολογισμό και μια ειλικρινή  αυτοκριτική.

Μια αυτοκριτική που θα πείσει την κοινωνία, δε θα εξωραΐζει τα πεπραγμένα του κόμματος, ενώ δε θα αποσιωπήσει για την ενίοτε καιροσκοπική πολιτική στελεχών.
Πρέπει να γίνει ένας απολογισμός, ώστε να είναι το υπόβαθρο πάνω στο οποίο θα στηθεί το νέο πολιτικό εποικοδόμημα και ο ιδεολογικός προσανατολισμός του ΠΑΣΟΚ. 

Ένας ιδεολογικός προσανατολισμός, ο οποίος θα επιδιώξει να ανασυγκροτήσει με νέες κοινωνικοοικονομικές πολιτικές, με νέους θεσμούς και νέα οράματα τον σημερινό μεσαίο κοινωνικό χώρο. Ένας χώρος, ο οποίος ιστορικά δεν εγκλωβιζόταν στις ακραίες πολιτικές εκφάνσεις της Αριστεράς και της Δεξιάς.

Ο μεσαίος κοινωνικός χώρος ήταν και θα είναι η κοινωνική βάση του ΠΑΣΟΚ, της Κεντροαριστεράς, της σοσιαλδημοκρατίας, του Κέντρου.

Αυτόν τον μεσαίο κοινωνικό χώρο πρέπει να τον πείσουμε ότι οι πολιτικές μας, οι κοινωνικές και κομματικές μας συμμαχίες,  οι συνεργασίες μας με τα άλλα κόμματα για τη διακυβέρνηση της χώρας, τον αφορούν. Ως εναλλακτική, μεταβατική πρόταση στη σημερινή συγκυρία.

Όμως η σημερινή κοινωνία δεν μπορεί να πειστεί εύκολα. Κι αυτό διότι έχει πλέον αποκτήσει διαφορετικά χαρακτηριστικά και διαφορετική σύνθεση από εκείνη που είχε πριν από 20 και 30 χρόνια.

Σήμερα το 1/3 του ενεργού πληθυσμού είναι άνεργοι.
Και δη νέοι.
Η λίστα των μακροχρόνιων ανέργων μεγαλώνει απειλητικά.
Μαζί τους υποφέρουν και οι οικογένειές τους.

Αυτό το κοινωνικό άλγος δεν αντιμετωπίζεται με παραδοσιακά και παλαιού τύπου κομματικά και πολιτικά μέσα.


Απαιτείται μια βαθύτερη ανάλυση, ηθικού, κοινωνικού και οικονομικού χαρακτήρα για την  ουσιαστική αντιμετώπιση των προβλημάτων τους.  Προβλήματα που δυστυχώς δεν είναι μόνο οικονομικά, αλλά και θεσμικά, ενώ είναι ορατές οι ηθικές προεκτάσεις στο πολιτικό σύστημα.
       
Συντρόφισσες, Σύντροφοι,
    Σήμερα επαναλαμβάνεται ιστορικά το χάσμα μεταξύ κοινωνίας και πολιτικού συστήματος.

Η ελληνική κοινωνία, αλλά και το νέο πολιτικό σύστημα στη φάση αυτή είναι ανάγκη να κινηθεί ξανά σε μια οραματική διαδρομή.

Να συνθέσει παλαιά και νέα στοιχεία, κεκτημένα και ζητούμενα.

Να εγγυηθεί μια σταθερή και ουσιαστική δημοκρατία σε όλα τα επίπεδα.

Αν ο νεοφιλελευθερισμός αφήνει την αγορά να οδηγήσει τις εξελίξεις, η σοσιαλδημοκρατία και η Κεντροαριστερά έχουν προνομιακό πεδίο δράσης στο παιχνίδι των αλλαγών και των μεταρρυθμίσεων.

Οι μεταρρυθμίσεις είναι κρίσιμο πεδίο σύγκρουσης με τη νεοφιλελεύθερη ιδεολογία και προσφέρουν τεράστιες δυνατότητες χάραξης σοσιαλδημοκρατικής πολιτικής. Τα συντηρητικά κόμματα σήμερα με την «ασπίδα» του Μνημονίου προωθούν πολιτικές που συνθλίβουν τις  κοινωνικές και εργασιακές σχέσεις, καταργούν τον εταιρικό και κοινωνικό διάλογο, περιορίζουν τους δημοκρατικούς θεσμούς.  Τα συντηρητικά κόμματα βολεύονται σήμερα, γιατί υλοποιείται χωρίς περιορισμούς και αντίλογο η ιδεολογία τους.

Τα προοδευτικά κεντροαριστερά όμως κόμματα που πρέπει να λειτουργήσουν εντός της  Μνημονιακής περιόδου, πρέπει να θεωρούν αυτή ως μια  ενδιάμεση μεταβατική περίοδο διαμορφώνοντας παράλληλα τις μελλοντικές μεταρρυθμίσεις. Μεταρρυθμίσεις ουσίας που θα συμβάλουν στην ισότιμη αναδιανομή των πόρων και των ευθυνών.  Θα έχουν ως κεντρικούς στόχους τη ριζική αναδιάρθρωση της δημόσιας διοίκησης, την πάταξη της γραφειοκρατίας και τη στροφή της χώρας σε ένα νέο παραγωγικό μοντέλο.

Σε αυτή την αναζήτηση το να «τρέχει όμως κανείς νευρωτικά» πίσω από κακέκτυπα κοινωνικών διεκδικήσεων και συντεχνιακών αντιλήψεων, θα οδηγηθεί στην κοινωνική απομόνωση.


Συντρόφισσες και Σύντροφοι,

    Πρέπει να αναδειχθεί η ανάγκη για ένα ισχυρό πολιτικό στίγμα που δε θα κινείται στην σφαίρα του απλουστευτικού, του αυτονόητου, του γενικού και συνεπώς του ανώφελου, του αντιφατικού και έντεχνα παραπλανητικού.  Ίσως είναι καιρός να αναζητήσουμε καινούργιες  απαντήσεις έξω από κυρίαρχους μύθους και μονόδρομους. Να ορίσουμε ως προοδευτικό πεδίο της Κεντροαριστεράς και της σοσιαλδημοκρατίας την ανάληψη των δικών της ευθυνών από τις δικές της πολιτικές ελίτ, από την κοινωνική βάση, αλλά και από τους ίδιους τους πολίτες ως άτομα.

Για ένα μοντέλο δημοκρατίας με ένα νέο κέντρο βάρους.

Η λύση σήμερα δεν είναι η απάθεια, η παραίτηση, η αποπολιτικοποίηση, η απομάκρυνση από την προσωπική ή τη συλλογική ευθύνη.

Η πολιτική ως δράση του εφικτού σήμερα σημαίνει μια ιστορική επιλογή για την ίδια την κοινωνία.

Σας ευχαριστώ πολύ

Post a Comment

Πείτε μας τη γνώμη σας

Το LamiaTimes.gr φέρει ευθύνη μόνο για τα επώνυμα άρθρα των συντακτών και των συνεργατών του.
Σχόλια υβριστικά και σχόλια ρατσιστικού περιεχόμενου θα διαγράφονται μόλις εντοπιστούν ή ζητηθεί από τον οποιονδήποτε θιγόμενο.

Νεότερη Παλαιότερη