Της ΕΦΗΣ ΛΑΣΚΑ
Αν σκέφτεστε την επιστροφή στην ύπαιθρο, η ενασχόληση με την κτηνοτροφία γνήσιων ελληνικών ζώων είναι μια καλή λύση, με συγκριτικά οφέλη για το περιβάλλον και την εγχώρια αγροτική οικονομία. Το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης επιδοτεί με 8 εκατ. ευρώ 31 ελληνικές φυλές που οδηγούνται στην εξαφάνιση, εξαιτίας της επικράτησης των ξένων ειδών. Πρόκειται για βοοειδή, πρόβατα, κατσίκες, γουρούνια και άλογα που κάποτε ευημερούσαν στις περισσότερες περιοχές της χώρας, αλλά τις τελευταίες δεκαετίες οι πληθυσμοί τους «πνέουν τα λοίσθια».
Βοοειδή: Ανθεκτικά και μικρόσωμα
Οι ντόπιες ποικιλίες βοοειδών παραμερίστηκαν με τα χρόνια, για να αντικατασταθούν με ζώα από το εξωτερικό, που θεωρήθηκαν πιο παραγωγικά. «Τα ελληνικά βοοειδή είναι μικρότερα σε μέγεθος, επειδή έχουν προσαρμοστεί στο ορεινό ανάγλυφο της χώρας. Ο κάτοικος ενός βουνού, για παράδειγμα, δεν θα μπορούσε να έχει μια μεγάλη αγελάδα, οπότε προτίμησε μια μικρόσωμη που να μπορεί να βόσκει μόνη της, να σκαρφαλώνει στα βουνά και να επιβιώνει στις κλιματικές συνθήκες», εξηγεί ο αναπληρωτής καθηγητής Ζωολογίας στο Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τάσος Λεγάκης. Χαρακτηριστικό είδος είναι η ελληνική βραχυκερατική φυλή, μια πολύ μικρόσωμη ξανθοκόκκινη αγελάδα που απαντάται στις Πρέσπες. Αλλες φυλές που απειλούνται είναι οι: αγελάδες Κατερίνης, Τήνου και Κέας στις Κυκλάδες, Ζακύνθου, Συκιάς στη Χαλκιδική, Κύμης, Φλώρινας, σαρακατσάνικες και οι αγελάδες Γλώσσας Σκοπέλου. «Για να αυξήσουν την παραγωγή γάλακτος και κρέατος, οι κτηνοτρόφοι εγκατέλειψαν τα μικρότερα ζώα και εισήγαγαν μεγαλύτερες αγελάδες από το εξωτερικό», επισημαίνει ο καθηγητής.
Το ίδιο συνέβη και με τον ελληνικό βούβαλο, που κάποτε κατέκλυζε τους υγροβιότοπους της βόρειας Ελλάδας και ο πληθυσμός του έφτασε τα όρια της εξαφάνισης τη δεκαετία του ’90. Τα τελευταία χρόνια, γίνεται μια σημαντική προσπάθεια ανάκαμψης του αριθμού των βουβαλιών, η οποία έχει φέρει αποτελέσματα στην περιοχή της Κερκίνης στον νομό Σερρών, όπου εκτρέφονται περίπου 1.600 από τα 2.000 βουβάλια που υπάρχουν συνολικά σε όλη τη χώρα. «Η διατήρηση των ελληνικών βοοειδών είναι απαραίτητη και για λόγους προστασίας της δημόσιας υγείας και αυτό φάνηκε την περίοδο που ξέσπασε η νόσος των “τρελών αγελάδων”, όταν οι ντόπιες φυλές δεν είχαν προσβληθεί», αναφέρει ο Τ. Λεγάκης.
Αίγες: Ραγδαία μείωση
Η γίδα της Σκοπέλου είναι ένα από τα πιο αναπαραγωγικά ζώα στην Ευρώπη, αλλά ο πληθυσμός της είναι πολύ μικρός και κινδυνεύει να συρρικνωθεί ακόμη περισσότερο. Από τα 10.000 ζώα που υπήρχαν παλαιότερα στη Σκόπελο, σήμερα υπάρχουν μόλις 4.000 και ακόμη 1.000 στην Αλόννησο. Πρόκειται για ένα κοκκινωπό, μεγαλόσωμο ζώο, με χαρακτηριστικά κέρατα, το οποίο, εκτός από τα δύο νησιά, ζει στο Πήλιο και σε βραχονησίδες γύρω από τις Σποράδες σε άγρια κατάσταση. «Είμαστε 4-5 άνθρωποι που έχουμε γίδες στο νησί. Πουλάμε κρέας και γάλα, με το οποίο φτιάχνουμε το τοπικό τυρί, αλλά κυρίως πουλάμε κατσίκια αναπαραγωγής σε όλη την Ελλάδα από το 1984», λέει στη Real planet ο πρόεδρος του κτηνοτροφικού συνεταιρισμού εκτροφέων αιγών φυλής Σκοπέλου, Κώστας Μπετσάνης. « Θα μπορούσε να υπάρχει μεγαλύτερη ζήτηση, αν δεν ήταν τόσο μεγάλος ο ανταγωνισμός από τα ζώα που έρχονται από το εξωτερικό. Βέβαια, είμαστε λίγοι και δεν μπορούμε να προωθήσουμε τη γίδα παραέξω. Μας λείπουν οι υποδομές, έχουμε παραδοσιακές καλύβες, γιατί δεν μπορούμε να κάνουμε σταβλικές εγκαταστάσεις, ενώ για δέκα χρόνια δεν είχαμε ούτε σφαγείο ούτε κρεοπωλείο, γι’ αυτό μειώθηκε ο πληθυσμός».
Πρόβατα: Απειλούν δεκαεπτά παραδοσιακές φυλές
Κάποτε υπήρχαν περίπου 30 ελληνικές φυλές προβάτων, ενώ σήμερα «επιβιώνουν» μόλις 6-7 φυλές, χωρίς να διατρέχουν κίνδυνο εξαφάνισης. Υπό απειλή βρίσκονται δεκαεπτά παραδοσιακές φυλές: το πρόβατο Αγρινίου που εκτρέφεται στην Αιτωλοακαρνανία και την Αρτα, το πρόβατο Θράκης, το Καλαρρύτικο στην Ηπειρο, τη Θεσσαλία και την Αιτωλοακαρνανία, το πρόβατο Πηλίου που απαντάται στη Μαγνησία και τη Λάρισα, οι φυλές Καταφυγίου και Ρουμλουκίου που εκτρέφονται στη δυτική και την κεντρική Μακεδονία, το πρόβατο Δράμας, το πρόβατο Ικαρίας, το πρόβατο Αργους, Λευκίμμης Κέρκυρας και Σερρών. Τα περισσότερα από αυτά μετρούν μόλις μερικές εκατοντάδες άτομα, ενώ για να θεωρηθεί μια φυλή πρόβατου απειλούμενη πρέπει να έχει πληθυσμό μικρότερο από 10.000. Η δραματική μείωση των ελληνικών προβάτων, παρά το γεγονός ότι πρόκειται για ζώα πλήρως εναρμονισμένα με το περιβάλλον της χώρας, οφείλεται, σύμφωνα με τον αναπληρωτή καθηγητή Ζωολογίας Τάσο Λεγάκη, στο γεγονός ότι «οι ελληνικές φυλές δεν είναι τόσο παραγωγικές και οι κτηνοτρόφοι προτιμούν τις εισαγόμενες ή τις διασταυρώσεις ντόπιων ζώων με ξένα».
Χοίροι: Μαύροι και σπάνιοι
Το γνήσιο ελληνικό γουρούνι δεν είναι ροζ και άτριχο, αλλά μαύρο και μαλλιαρό. Μπορεί να ζήσει σε όλη την επικράτεια, όπως συνέβαινε παλαιότερα, πριν αντικατασταθεί από τους εισαγόμενους χοίρους εκτροφής, οι οποίοι αναπτύσσονται γρηγορότερα. Υπολογίζεται πως σε όλη την Ελλάδα δεν υπάρχουν πια περισσότερα από 2.000 ζώα. Πλήρως προσαρμοσμένο στις εγχώριες συνθήκες, το μαύρο γουρούνι τρέφεται με πουρνάρια, βελανίδια και άλλους καρπούς της ελληνικής υπαίθρου, γεγονός που κάνει το κρέας του ιδιαιτέρα νόστιμο. Η διαβίωσή του στη δύσβατη ενδοχώρα και τα νησιά δεν του επιτρέπει να αποκτήσει παχύ στρώμα λίπους όπως τα άλλα είδη χοίρων, που δεν κινούνται πολύ. Αυτός είναι και βασικός λόγος που οι περισσότεροι κτηνοτρόφοι προτιμούν τις πιο αποδοτικές ξένες ράτσες ή τις διασταυρώσεις ελληνικών με ξένες. «Το πρόβλημα είναι ότι ποτέ δεν αναδείχθηκαν τα ελληνικά προϊόντα, παρότι οι καταναλωτές τα προτιμούν. Αυτό γίνεται εις βάρος της αγροτικής οικονομίας και κατ’ επέκταση της εθνικής οικονομίας», λέει ο Δημήτρης Δήμου, ο οποίος εκτρέφει τα 200 εναπομείναντα καθαρόαιμα μαύρα γουρούνια στην Ελλάδα και σε όλη τη Μεσόγειο, στη φάρμα του στην Καλαμπάκα.
Άλογα: Όμορφα, άγρια και σε κίνδυνο!
Η μείωση του αριθμού των αλόγων στην Ελλάδα ακολούθησε την παγκόσμια τάση, καθώς σταδιακά τα άλογα έχασαν τη χρησιμότητά τους είτε ως μέσα μεταφοράς είτε ως αγροτικά και κτηνοτροφικά εργαλεία και αντικαταστάθηκαν από τις μηχανές. Οι ελληνικές φυλές που χρειάζονται ενίσχυση είναι: α) Τα άλογα της Πίνδου, καθαρόαιμα ανθεκτικά ζώα, που δεν έχουν υποστεί προσμίξεις με ξένες φυλές. β) Της Πηνείας, που ζουν στις ημιορεινές περιοχές της Hλείας και κατάγονται από τα αρχαία ελληνικά άλογα. Ξεχωρίζουν για τον πλαγιοτροχασμό, έναν ιδιαίτερο βηματισμό πολύ ξεκούραστο για τον αναβάτη. γ) Της Μεσσαράς, που είναι η αρχαιότερη φυλή της Eυρώπης και μοιάζουν με τα άλογα που εμφανίζονται στα μινωικά ευρήματα. δ) Το αλογάκι της Σκύρου, ένα από τα μικρότερα πόνι του κόσμου. Το μέγεθός τους είναι αποτέλεσμα φυσικής επιλογής, επειδή ζουν σε ένα περιβάλλον με λίγη βλάστηση και απότομο ανάγλυφο. Τα άλογα της Σκύρου είναι, πιθανότατα, αρχαία φυλή, καθώς μοιάζουν πολύ με εκείνα που είναι σκαλισμένα στη ζωφόρο του Παρθενώνα, και ε) Της Θεσσαλίας. Ακόμη μια αρχαία ελληνική φυλή, από την οποία προέρχεται ο Bουκεφάλας του Μεγάλου Αλεξάνδρου.