Ο Ήρωας και πρωτεργάτης του Μακεδονικού αγώνα Παύλος Μελάς στο Δομοκό
«Η ιστορία είναι αναγκασμένη να επαναλαμβάνει, γιατί κανένας δεν την ακούει»
Πίτερ Λ.
Για να γνωρίζουν οι νεώτεροι και να θυμούνται (οι γνωρίζοντες) παλαιότεροι:
Λίγες μέρες πριν και συγκεκριμένα στις 13 Οκτωβρίου συμπληρώθηκαν 109 χρόνια από τον ένδοξο θάνατο του ήρωα μακεδονομάχου Παύλου Μελά.
Πόσοι όμως από μας τους Φθιώτες και Δομοκίτες γνωρίζουν πως ο Παύλος Μελάς έλαβε ουσιαστικά την απόφασή του να αγωνιστεί για τη λευτεριά της Μακεδονίας μας από τον Τουρκικό και Βουλγάρικο ζυγό, στον δικό μας τόπο, στην πόλη της Λαμίας αλλά κυρίως στο Δομοκό και τη γύρω περιοχή στην οποία έζησε εκείνο το «Μαύρο 1897» ως νεαρός τότε αξιωματικός του ελληνικού Στρατού.
Διαβάστε αποσπάσματα από την αναφορά του Δημήτρη Β. Καρέλη στον Ήρωα και πρωτεργάτη του Μακεδονικού αγώνα Παύλο Μελά και την παρουσία του στο Δομοκό:
«Ο αξιωματικός πυροβολικού του Ελληνικού Στρατού και πρωτεργάτης του Μακεδονικού αγώνα Παύλος Μελάς γεννήθηκε στη Μασσαλία της Γαλλίας στις 29 Μαρτίου 1870. Πατέρας του ήταν ο Μιχαήλ Γ. Μελάς (1833 – 1897), μέλος της ομώνυμης, μεγάλης και ιστορικής οικογένειας των Ιωαννίνων, με ρίζες στο Βυζάντιο, γεννημένος στη Σύρα, Βουλευτής Αττικής και Δήμαρχος Αθηναίων, μητέρα του ήταν η Ελένη το γένος Βουτσινά από την Οδησσό και πεθερός του ο Στέφανος Δραγούμης, καθώς ο Παύλος είχε παντρευτεί την κόρη του Ναταλία, τη «Νάτα» του όπως ο ίδιος την αποκαλούσε. Μετά τη μετακίνηση της οικογένειας στην Αθήνα, σπούδασε στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων απ' όπου αποφοίτησε ως ανθυπολοχαγός του πυροβολικού το 1891. Ο ήρωας του Μακεδονικού αγώνα Παύλος Μελάς, έλαβε το βάπτισμα του πυρός στον «ατυχή» πόλεμο του 1897. Εκείνες τις δύσκολες μέρες για την πατρίδα μας ο ανθυπολοχαγός του πυροβολικού Παύλος Μελάς ως αξιωματικός του Ελληνικού Στρατού αλλά και ως ένας μεγάλος ήρωας, έζησε το κλίμα του πολέμου στο Δομοκό και αργότερα τη Λαμία».
«Ύστερα, και πάλι σε καινούρια ελπίδα με τη διαταγή του Διαδόχου, «...ότι θέλομεν υπερασπισθή το έδαφος του Δομοκού...», απ’ όπου έγραψε, «Μιχαήλ Μελά, Αθήνας-Δομοκός, Τετάρτη 30 Απριλίου 1897, Δυο λέξεις δια να σας ειπώ δη είμαι, δυστυχώς, πολύ καλά... Είμεθα κατηυλισμένοι έξω του Δομοκού, τρώγομεν από το συσσίτιον των αξιωματικών και επομένως ουδέν έξοδον έχω... Ευτυχείς εκείνοι οι όποιοι δεν ζουν και δεν βλέπουν τας αλλεπαλλήλους ατιμίας των διαφόρων πολιτικών και στρατιωτικών…».
«Οι Παύλος Μελάς και υπολοχαγός Κλέεν είχαν αποφασίσει να πολεμήσουν ως την τελευταία ρανίδα του αίματός τους. «…Στις 2-5-1897 γράφει στον πατέρα του: «Τα εν Δομοκώ εγώ δεν βλέπω με τόσην απογοήτευσιν. Όσοι έχομεν ολίγον φιλότιμον και φιλοπατρίαν, εγίναμεν χίλια κομμάτια δια να τακτοποιήσωμεν και ενθαρρύνωμεν τον στρατόν μας, και σας βεβαιώ ότι οι ταπεινοί και ασήμαντοι ανθυπολοχαγοί, κατώρθωσαν προς τούτον τον σκοπόν, πολύ περισσότερον από λιπόψυχους και ανάλγητους αρχηγούς των. Είμεθα περίπου 40.000 άνδρες…»
Ο Παύλος μελάς είχε ζητήσει όταν βρέθηκε στο Δομοκό, να μετατεθεί σε πιο μάχιμη μονάδα, αυτήν του φίλου του Περικλή Βαρατάση, διοικητή της «Λεγεώνας των Ξένων» ή Φιλελλήνων, αξιωματικό του πυροβολικού και απόφοιτο της στρατιωτικής σχολής Βελγίου, πατριώτη και αξιωματικό αναγνωρισμένης αξίας και μεγάλης γενναιότητας. Όμως ο γενναίος αξιωματικός Περικλής Βαρατάσης, αδελφικός φίλος του Παύλου, χάθηκε σ’ εκείνη τη μάχη του Δομοκού καταδιώκοντας τους Τούρκους για πάνω από τρία χιλιόμετρα προς το Χατζή Εμίρ, στα βουνά της Αγόριανης Δομοκού. Τραυματίστηκε σοβαρότατα και πέθανε στη Δρανίστα όπου και ετάφη. Το τηλεγράφημα του πατέρα του Μελά, που έρχεται από την Αθήνα την 6η Μαΐου 1897 με τα λόγια, «...Απεφασίσθη ανακωχή...», είναι για τον Παύλο ο ταπεινωτικός επίλογος μιας εκστρατείας, από την οποία περίμενε πολλά! Κουρασμένος τότε περισσότερο ψυχικά παρά σωματικά, «...κατόπιν της εκ Δομοκού γενναίας φυγής μας...», όπως ειρωνικά έγραφε ο ίδιος, αρρωσταίνει με υψηλό πυρετό...».
«Ενώ βρίσκεται στη μονοτονία της Λαμίας, στις 5 Μαΐου 1898 κι ένα χρόνο μετά την ανακωχή του 1897, αρχίζει η εκκένωση του θεσσαλικού κάμπου από τους Τούρκους. Ο Παύλος έφιππος, επισκέπτεται το χώρο που μόλις έχουν εγκαταλείψει οι Τούρκοι και μεταξύ άλλων γράφει συγκινημένος στους δικούς του: «...είναι αδύνατον να σας ειπώ τι αισθάνεται ένας άνθρωπος, όταν επαναβλέπει μέρη και πράγματα παρά τα οποία ησθάνθη συγκινήσεις διά βίου αλησμονήτους...». Στη γυναίκα του Ναταλία γράφει: «…ο Δομοκός είναι τελείως ερειπωμένος, εκτός δέκα σπιτιών. Το αρχηγείον του Χαΐρη είναι εις αυτόν τούτο το σπίτι όπου ήτο και του Διαδόχου! Δεν το είχα επισκεφθεί τότε παρά μιαν φορά με τον καημένον τον Περικλή Βαρατάσην, άλλη μια ανάμνησις θλιβερά…».
Ο Παύλος Μελάς επισκέφθηκε τον τάφο του φίλου του στη Δρανίστα, με αφορμή μια καταγγελία για παραβίαση του τάφου του φιλέλληνα Ιταλού βουλευτή Φράτι, που σκοτώθηκε στην ίδια μάχη και ετάφη στο χωριό Μασλί, σημερινά Γαβράκια Δομοκού. Σε επιστολή του στη Ναταλία αναφέρει πως: «…αφού εχάσαμε δις ή τρις το μονοπάτι που μας είχε πάγει εις την Δρανίσταν, κατόρθωσα ν’ ανεύρω το χωρίον Μασλί εις τους πρόποδας των λόφων του Δομοκού και απ’ εκεί έφτασα εις τα Φάρσαλα στις 8 το πρωί κατάκοπος. Εις Άνω Δρανίσταν είναι θαμμένος ο αγαπητός μας Βαρατάσης».
«Φέροντας τύψεις για την έκβαση του πολέμου του 1897, ο Παύλος Μελάς συμμετείχε από τους πρώτους στο ιδρυθέν το 1900 Μακεδονικό κομιτάτο για την εμψύχωση του απογοητευμένου ελληνικού πληθυσμού της Μακεδονίας και σε αντίδραση στη δράση των Βουλγάρων κομιτατζήδων. Κυκλοφορούσε με το ψευδώνυμο Μίκης Ζέζας, σύνθεση των ονομάτων των παιδιών του. Ο ήρωας Μακεδονομάχος έδωσε τη ζωή του στον αγώνα για την ελευθερία της πατρίδας όταν τραυματίστηκε θανάσιμα στις 13 Οκτωβρίου 1904, κατά μυστηριώδη τρόπο, σε συμπλοκή με Τούρκους πολιτοφύλακες και Βούλγαρους κομιτατζήδες, στην Στάτιστα, που σήμερα φέρει προς τιμή του το όνομα του Παύλου Μελά. Μετά το θάνατό του η δράση των Ελληνικών δυνάμεων έγινε πιο έντονη, περιορίζοντας τη δράση των Βούλγαρων κομιτατζήδων, επιτυγχάνοντας τελικά την πολυπόθητη ένωση της Δυτικής και Κεντρικής Μακεδονίας με την Ελλάδα».