«'Εν Παλαμά Δομοκού τη 7η Μαρτίου 1878», ιχνογραφεί ο Δημήτρης Β. Καρέλης


«'Εν Παλαμά Δομοκού τη 7 Μαρτίου 1878»
Ιχνογραφεί ο Δημήτρης Β. Καρέλης

Σημαντικότατη θέση στην ιστορία της επαρχίας Δομοκού και όχι μόνο, έχει η επανάσταση του 1877-78, για την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού, και την ένωση της υπόδουλης Θεσσαλίας και της περιοχής Δομοκού, με την υπόλοιπη ελεύθερη Ελλάδα. Το 1876 εντάθηκαν πάλι οι πολεμικές διαθέσεις των υποδούλων και άρχισαν να σχηματίζονται καπετανάτα στην περιοχή Δομοκού. Το σημαντικότερο καπετανάτο είχε έδρα στο Νεοχώρι Δομοκού και διοικούνταν από τριμελή επιτροπή, λεγόμενη και «τριμελία», τον ιερέα του Νεοχωρίου Παπαδημήτρη Κανάκη, τον Ομβριακίτη Βασίλη Κόκκινο και τον Δημ. Αβαριτσιώτη ή Γουρνά από τη Μελιταία και γραμματέα τον Δομοκίτη Δημήτρη Μάμμο. Ο ρόλος της τριμελούς επαναστατικής επιτροπής ήταν πολιτικός και στρατιωτικός, αλλά και συγχρόνως και συντονιστικός. Τα παραμεθόρια χωριά επαναστάτησαν μόλις ξέσπασε ο αγώνας στη Θεσσαλία και οι επαναστάτες ενισχύθηκαν από την εισβολή στο οθωμανικό έδαφος του Τακτικού Στρατού υπό τον Σκαρλάτο Σούτσο.
Ο τελευταίος απελευθερωτικός αγώνας στην περιοχή Δομοκού, υπαγόρευσαν από τις συγκυρίες της εποχής εκείνης. Τα αντάρτικα σώματα της ελεύθερης και υπόδουλης πατρίδας κινήθηκαν, με καλύτερη αυτή τη φορά προετοιμασία, αρτιότερη οργάνωση και προσεκτικότερο συντονισμό ενεργειών, ώστε ν’ αποφευχθούν οι αποτυχίες του παρελθόντος. Έγιναν σπουδαίες μάχες στη θέση «Στενά Λιθάρια» έξω από το Δομοκό, την Ομβριακή και αλλού, απ’ όπου εξεδιώχθησαν οι Τούρκοι. Ο οπλαρχηγός Φούντας, έβαλε φωτιά στο χωριό Πασαλί, κοντά στην Αγόριανη. Ένα επαναστατικό σώμα, όμως, εγκλωβίστηκε από τους Τούρκους, στη Βαρδαλή και οι ηρωικοί εκείνοι άντρες μη βρίσκοντας άλλον τρόπο διαφυγής, αντί να παραδοθούν, προτίμησαν να σκοτωθούν πολεμώντας.
Η δραστηριότητα εκείνη των επαναστατικών σωμάτων στην Ήπειρο, Θεσσαλία και Μακεδονία σε συνδυασμό και μ’ εκείνη του τακτικού στρατού με αρχηγό το Σκαρλάτο Σούτσο, που εισέβαλε στη Θεσσαλία στις 21 Ιανουαρίου 1878, ασφαλώς προκάλεσε το ευνοϊκό υπέρ της Ελλάδας και των υποδούλων κλίμα.
Την 8η πρωινή της 21ης  Ιανουαρίου του 1878, ο Ελληνικός Στρατός εισέρχεται στην περιοχή του Δομοκού από το φυλάκιο του Δερβέν Φούρκα, της Γιαννιτσούς και άλλα σημεία της Ελληνοτουρκικής μεθορίου στην Όθρη, υπό τον Αντιστράτηγο Σκαρλάτο Σούτσο. Τον Στρατό αυτό αποτελούσαν 18750 πεζοί, 12 πυροβολαρχίες Κρουπ, εκ των οποίων οι τέσσερις πεδινές, 800 ιππείς με 558 ίππους, 1000 σκαπανείς, 2000 περίπου χωροφύλακες και 252 νοσοκόμους.
Οι Τούρκοι συνοριοφύλακες στο μεθοριακό Σταθμό του Δερβέν Φούρκα, μόλις αντελήφθησαν τον Ελληνικό Στρατό αποχώρησαν αμέσως, κάνοντας εύκολη υπόθεση την κατάληψη της θέσης. Την επομένη ο Στρατός κατέλαβε τα χωριά Νταουκλή, Νεζερό, Ομβριακή και Αλχανί. Μέσα σε 2 ημέρες (22 Ιανουαρίου 1878) βρίσκεται χωρίς μεγάλες δυσκολίες στο Δομοκό, όπου την επομένη έδωσε την πρώτη και τελευταία ατυχώς, νικηφόρο μάχη κατά τού Τουρκικού στρατού. Την 23η Ιανουαρίου σημειώθηκε έξοδος τακτικών και άτακτων Τούρκων από το Φρούριο του Δομοκού, οι οποίοι κατόπιν αψιμαχίας με τον Ελληνικό Στρατό, επέστρεψαν με μικρές απώλειες. Ο πολεμικές επιχειρήσεις όμως δεν είχαν συνέχεια καθώς το ζήτημα αφέθηκε στην διπλωματία και ο Ελληνικός Στρατός αποχώρησε από τη Θεσσαλία. Τότε έγινε γνωστή στην Αθήνα η συνομολόγηση της γενικής ανακωχής στην Αδριανούπολη μεταξύ Ρωσίας και Τουρκίας.
Η Κυβέρνηση Κουμουνδούρου επειδή έβλεπε ότι η Ελλάδα θα παρέμενε εντελώς αποκομμένη στον αγώνα κατά της Τουρκίας κα­τόπιν δε και επίμονων πιέσεων και υποσχέσεων των δήθεν προστάτιδων δυνάμεων ανακάλεσε τηλεγραφικώς τον στρατό. 'Όμως κατά την τραγική αυτή στιγμή και ύστερα από την προκληθείσα αγανάκτηση στις τάξεις του στρατού, ο ηρωικός επιλοχίας Δημήτριος Τερτίπης λιποτάκτησε με 170 υπαξιωματικούς και στρατιώτες και ανέλαβε τη συνέχιση του επαναστατικού αγώνα με αντάρτικο πλέον χαρακτήρα.
Μεγαλύτερη ζωτικότητα και ορμή επέδειξε η εκδηλωθείσα επανάσταση στην περιοχή των Αγράφων της Θεσσαλίας της οποίας αρχηγός υπήρξε ο διακεκριμένος λοχαγός του πυροβολικού Κ. Ισχόμαχος. Στην περιοχή αυτή είχαν συγκεντρωθεί υπό τις διαταγές του Ισχομάχου επαναστατικά τμήματα στις τάξεις των οποίων ήταν διακεκριμένοι πατριώτες όπως ο Γεώργιος Φιλάρετος δημοσιογράφος και πολιτευτής, ο βουλευτής Λοκρίδος Α. Ρούκης, ο δήμαρχος Σπερχειάδας Ν. Κοντογιάννης, οι αδελφοί Ζουλούμη, ο ιατρός Βασαρδάνης και άλλοι πολλοί. Οι άλλες μάχες πού δόθηκαν ήταν στον Σμόκοβο όπου πήραν μέρος ο Τερτίπης και ο φίλος του Λάιος, στη Σέκλιζα την οποία είχε πολιορκήσει ο σωματάρχης Γαλλής από το Φουρνά σε βοήθεια τού οποίου έσπευσε ο Δημήτριος Σούτσος μετέπει­τα Δήμαρχος Αθηναίων καθώς και οι Τερτίπης, Λάιος και Ραχιώτης.

Στο ιστορικό χωριό Παλαμά Δομοκού, πραγματοποιήθηκε στις 7 Μαρτίου 1878, μεγάλη σύναξη επαναστατών-πολεμιστών στο χώρο της εκκλησίας του Αγίου Αθανασίου
Ύψωσαν την ελληνική σημαία, ορκίστηκαν με σύνθημα: «Ελευθερία ή θάνατος», κήρυξαν την επανάσταση εναντίον των Τούρκων, όρισαν επταμελή επαναστατική επιτροπή και συνέταξαν προκήρυξη προς τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, εκλέγοντας «Προσωρινή Διοίκηση της επαρχίας Δομοκού». Αμέσως όλα τα χω­ριά πήραν τα όπλα οι δε Τούρκοι έσπευσαν να διαπραγματευθούν με τους επαναστάτες. 

Η προσωρινή διοίκηση εξέδωσε και προκήρυξη στην οποία μεταξύ  άλλων αναφέρονται:  

«...οι πρόκριτοι των περιχώρων του Δομοκού, ποθούντες την τακτοποίησιν και εξακολούθησιν της επαναστάσεως, συνήλθαν εν τω χωρίω Παλαμά και εξελέξαντο τους υποφαινομένους, ως προσωρινήν διοίκησιν του τόπου. 'Εν μέσω κατανυκτικής τελετής υψώσαντες εν του ναού του Θεού την Ιεράν σημαίαν, ορκίσθημεν ομοθύμως, όπως αγωνιζόμενοι μέχρις έσχάτων, αποκτήσωμεν την ελευθερίαν ή θυσιασθώμεν άπαντες υπέρ αύτης. Αφού ουδέν άλλο υπολείπεται ημίν ή τελεία εξόντωσις υπό τον δυσβάστακτον ζυγόν του τυράννου, θα προτιμήσωμεν τον εν όπλοις έντιμον θάνατον, προμαχούντες υπέρ της ενώσεως της Θεσσαλίας μετά της Γλυκυτάτης μη­τρός της Ελλάδος. Ελπίζοντες ότι το δίκαιον θέλει θριαμβεύσει και η Ευρώπη θέλει υποστηρίξει ημάς, θαρρούντως αναλαμβάνομεν τον υπέρ πατρίδος ευγενέστατον αγώνα.
'Εν Παλαμά τη 7 Μαρτίου 1878.
Η προσωρινή διοίκησις της επαρχίας Δομοκού: Δ. Κόκκινος, Γ. Καραγεώργος, Αναγνώστης Καραμπότζης, Κώστας Γκαρίκος, Βάγιος Χριστοδούλου, Γ. Σαΐτης, Χ. Κυρίτζης».
Η Πολιτεία για να τιμήσει, έστω και αργά, με τη συνεργασία των τοπικών συλλόγων κι άλλων παραγόντων, ως εκπλήρωση εθνικού χρέους, προέβη στην ανέγερση ανάλογου και αντάξιου προς την ηρωική πράξη, μνημείου στον ιστορικό αυτό χώρο, που φωτίζει και διαιωνίζει το υψηλό νόημα των αγώνων του έθνους για την κατάκτηση και τη διατήρηση της ελευθερίας του.
Ο Δημήτριος Ζαχαρής από την Ομβριακή, ήταν μέλος της προσωρινής Διοίκησης της επαρχίας Δομοκού που στις 7 Μαρτίου 1878 εξέδωσαν την επαναστατική προκήρυξη προς Ευρωπαϊκές κυβερνήσεις ζητώντας την υποστήριξη στον αγώνα για την απελευθέρωση από τους Τούρκους. Ο σύζυγος της Μαργαρίτας Ζαχαρή, Δημήτρης Παπαλάμπρου διηγείται το εξής περιστατικό που άκουε από τον Κ. Παλιοζάχο γ.1904. «Ο Μήτρος Ζαχαρής ήταν παλικάρι. Κατά την διάρκεια γλεντιού στο μαγαζί του Κυρίτση (απέναντι από την πλατεία της Ομβριακής) φιλονίκησε με τους Τουρκαλβανούς και πάνω στον καυγά τους ξυλοκόπησε.
Οι Τούρκοι έπνεαν μένεα εναντίον του και ήθελαν να τον σκοτώσουν. Τότε ο Τούρκος Βοεβόδας Δομοκού που ήταν φίλος του αδελφού του Δημήτρη, Αλέξη, τον ειδοποίησε να φύγει αμέσως ο Μήτρος. Έτσι μέσω Αγίας Μαρίνας Λαμίας τον φυγάδευσαν στην Κρήτη, όπου έλαβε μέρος στην Κρητική Επανάσταση του 1866, σαν καπετάν Αγραφιώτης», (Αποστολόπουλος Θ., «Το γενεαλόγιο των Ομβριακιτών», 2008).
Στον αγώνα εκείνο του 1878 αναφέρεται επωνύμως και ο Καϊτσιώτης (από τη Μακρυρράχη Δομοκού) Καπάλας Αντώνιος (1850-1926), που έλαβε μέρος και στις πολεμικές επιχειρήσεις. Κατά τον πόλεμο του 1878 ο Αντώνιος Καπάλας ήταν επιτελικός γιατρός του σωματάρχη Τερτίπη. Ασφαλώς και  πολλοί άλλοι ντόπιοι θα έλαβαν μέρος στον τελευταίο απελευθερωτικό αγώνα εκτός των προκρίτων και των οπλαρχηγών
 Ένα δεύτερο σημαντικό γεγονός της εποχής ήταν όταν οι Τουρκικές αρχές συνέλαβαν τέσσερις προύχοντες του Δομοκού, τούς δύο αδελφούς Ζαρίμπα και τούς δύο αδελφούς Οικονόμου, τούς οποίους αφού κράτησαν στο Φρούριο 24 ώρες, τους μετέφεραν στην Λάρισα με την πρόφαση ότι ήταν ύποπτοι επαναστατικών κινημάτων, στην πραγματικότητα όμως, για εκφοβισμό του λαού. Στη Λάρισα τους φυλάκισαν και η φυλάκιση τους πιθανόν να διήρκεσε επί τρεις μήνες.
Παράλληλα με τα όσα συνέβαιναν στην Θεσσαλία με την επανάσταση, στο διπλωματικό χώρο υπήρξαν εξελίξεις.
Στις 19 Φεβρουαρίου υπογράφτηκε η συνθήκη του Αγίου Στεφάνου με την οποία παραγκωνίζονταν τα ελληνικά δίκαια. Η Αγγλία και άλλες δυνάμεις αντέδρασαν έντονα στη συνθήκη αυτή κι έτσι φθάνουμε στη σύγκληση στο Βερολίνο, διεθνoύς συνεδρίου των Μεγάλων Δυνάμεων υπό τον καγκελάριο Βίσμαρκ, την 1η Ιουλίου 1878 για οριστικό καθορισμό των εδαφικών μεταβολών και διευθέτηση όλων των αναφυέντων ζητημάτων. Στο Συνέ­δριο η Ελλάδα υπέβαλε υπόμνημα με το οποίο ζητούσε την προσάρτηση της Θεσσαλίας, Ηπείρου και Κρήτης. Η απόφαση του Συνεδρίου ήταν να γίνει αναθεώρηση των Ελληνοτουρκικών συνόρων, παρέπεμπε όμως το θέμα σε απ' ευθείας διαπραγματεύσεις μεταξύ των ενδιαφερόμενων.
'Ό­μως η Ελλάδα και η Τουρκία ερμήνευσαν διαφορετικά η κάθε μία την απόφαση του Συνεδρίου. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα την αναβολή της υλοποίησης της απόφασης και συνεπώς της επίλυσης του θέματος. Ακολού­θησε η σύγκληση διαφόρων άλλων διασκέψεων και τελικά υπογράφτηκαν στην Κωνσταντινούπολη δύο συμβάσεις την 12 Μαΐου και 20 Ιουνίου. Οι συμβάσεις αυτές προέβλεπαν την προσάρτηση στην Ελλάδα της περιοχής της Άρτας και ολόκληρης της Θεσσαλίας, πλην της επαρχίας Ελασσόνας και κανόνιζαν λεπτομερώς όλα τα σχετικά με την προσάρτηση ζητήματα. Σύμφωνα με την τελευταία σύμβαση ο Δομοκός έπρεπε να παραδοθεί στις 8 Αυγούστου 1881.
Το ευνοϊκό υπέρ της Ελλάδας και των υποδούλων κλίμα υλοποιήθηκε τελικά μετά το Συνέδριο του Βερολίνου, το οποίο ανέτρεψε τις ρυθμίσεις που προβλέπονταν στη συνθήκη του Αγίου Στεφάνου (Φεβρουάριος 1878), και περιόρισε τα σύνορα της Βουλγαρίας. Δυστυχώς η Μακεδονία, η Θράκη και η Ήπειρος παρέμειναν στην Τουρκία. Η τύχη της περιοχής του Δομοκού αλλά και της Θεσσαλίας κρίθηκε στο Συνέδριο του Βερολίνου, υπό τον Όττο Φον Βίσμαρκ, τον Ιούνιο του 1878, που είχε συνέλθει για την αναθεώρηση της Συνθήκης του Αγίου Στεφάνου, με την οποία τερματιζόταν ο Ρωσοτουρκικός πόλεμος.
Οι αντιπρόσωποι των δυνάμεων δέχθηκαν την ένωση της Θεσσαλίας και μέρους της Ηπείρου, με την Ελλάδα, όμως η απόφαση δεν συμπεριλήφθηκε στη Συνθήκη του Βερολίνου εξαιτίας της επιμονής της Τουρκίας, αλλά σε πρωτόκολλο. Ύστερα από επίπονες διαπραγματεύσεις συναντήθηκαν στην Κωνσταντινούπολη οι πρεσβευτές των Μεγάλων Δυνάμεων και στις 26 Μαρτίου - 7 Απριλίου 1881 γνωστοποιήθηκε στην ελληνική κυβέρνηση η απόφαση προσάρτησης της Θεσσαλίας που άφηνε όμως έξω την περιοχή της Ελασσόνας.
Οι σχετικές συμβάσεις υπογράφηκαν μεταξύ Μεγάλων Δυνάμεων και Τουρκίας στις 12/24 Μαΐου και Ελλάδος-Τουρκίας στις 20 Ιουνίου/2 Ιουλίου 1881.
Η Θεσσαλία, (συνεπώς και η  Βόρεια Φθιώτιδα-επαρχία Δομοκού) και ένα μικρό τμήμα της Άρτας, ύστερα από πολύμηνες διαπραγματεύσεις με την Υψηλή Πύλη, προσαρτήθηκαν στο ελληνικό κράτος μόλις τον Απρίλιο του 1881.
Η απελευθέρωση του Δομοκού πραγματοποιήθηκε την 8η Αυγούστου 1881.

Δημήτρης Β. Καρέλης

Απόσπασμα από το βιβλίο του «Η γη που γεννήθηκε ο Έλληνας:  Η ιστορία της Βόρειας Φθιώτιδας και του Δομοκού»

Περισσότερα για το Δομοκό και τα χωριά της περιοχής στο βιβλίο του «Η γη που γεννήθηκε ο Έλληνας:  Η ιστορία τηςΒόρειαςΦθιώτιδας και του Δομοκού»)



#buttons=(Ok, Go it!) #days=(20)

Our website uses cookies to enhance your experience. Learn more
Ok, Go it!