Ολική αρθροπλαστική ισχίου: Γιατί η ALMIS supine αποτελεί
την ασφαλέστερη επιλογή;
Σύγχυση προκαλούν στους ενδιαφερόμενους οι διαφορετικοί όροι και τα
ακρωνύμια για τις διάφορες τεχνικές ελάχιστης επεμβατικότητας ολικής
αρθροπλαστικής ισχίου, με αποτέλεσμα τις περισσότερες φορές να μην μπορούν
αποφασίσουν ποια απ’ όλες είναι η καλύτερη επιλογή για τους ίδιους.
Είναι αλήθεια ότι η συγκεκριμένη επέμβαση αποτελεί κατά πολλούς την
επέμβαση του αιώνα, μιας και έχει επαναφέρει τη χαμένη - λόγω της αρθρίτιδας - ποιότητα ζωής σε χιλιάδες ασθενείς. «Οι
νεώτερες τεχνικές ελάχιστης επεμβατικότητας (minimally invasive surgery – MIS) που έχουν αναπτυχθεί τα τελευταία χρόνια -κάθε μια από τις οποίες
παρουσιάζει τις ιδιαιτερότητές της- έχουν βελτιώσει περαιτέρω τα λειτουργικά
αποτελέσματα, ελαττώνοντας κατά πολύ τον χρόνο αποκατάστασης. Τα νεώτερα
πρωτόκολλα ταχείας αποκατάστασης συμβάλλουν σημαντικά ώστε να είναι δυνατή
ακόμα και η αυθημερόν έξοδος του ασθενούς από το νοσοκομείο, σε επιλεγμένες
περιπτώσεις», μας εξηγεί ο χειρουργός ορθοπαιδικός Δρ. ΝικόλαοςΡοΐδης. «Αυτό που θα πρέπει να κατανοήσει ο ασθενής είναι ότι η επέμβαση είναι η ίδια, απλώς αλλάζει
η προσπέλαση, δηλαδή ο τρόπος εισόδου στην άρθρωση» διευκρινίζει.
Ειδικότερα, οι διάφορες τεχνικές διακρίνονται σε πρόσθιες, πλάγιες και
οπίσθιες. Οι παραδοσιακές προσπελάσεις που χρησιμοποιούνταν για χρόνια είναι οι
οπίσθιες και πλάγιες, που συνήθως ήταν πιο τραυματικές, γιατί απαιτούνταν και
διατομή μυών και τενόντων, καθυστερώντας για το λόγο αυτό την ανάρρωση των
ασθενών. Αργότερα παρουσιάστηκαν νεώτερες, πιο ατραυματικές εκδοχές των
παραδοσιακών οπίσθιων προσπελάσεων (PATH & SUPER PATH). Την νέα, ουσιαστική
εξέλιξη στη χειρουργική του ισχίου αποτελούν οι πρόσθιες προσπελάσεις (anterior MIS –AMIS & anterolateral MIS-ALMIS).
Κάποιες από αυτές μπορούν να γίνουν με ειδικό τραπέζι έλξης (AMIS) και
άλλες χωρίς αυτό (ASI supine, ALMIS lateral & supine). Η ανάγκη χρήσης τους
αποτελεί άλλον έναν παράγοντα που πρέπει να αξιολογήσει ο ασθενής, προκειμένου να επιλέξει την τεχνική που θα
ακολουθηθεί. «Διότι τα ειδικά τραπέζια
έλξης μπορούν να οδηγήσουν σε επιπλοκές, όπως διεγχειρητικά κατάγματα, λόγω
ακραίων διεγχειρητικών θέσεων του σκέλους ή ανισοσκελία λόγω αδυναμίας ακριβών
μετρήσεων», σημειώνει ο Δρ. Ροΐδης.
Καθοριστικό ρόλο έχει και η τοποθέτηση
του ασθενούς στο χειρουργικό τραπέζι, η οποία μπορεί να είναι πλάγια ή
ύπτια. Η πλάγια τοποθέτηση, σε όσες τεχνικές απαιτείται (κλασσική οπίσθια, ALMIS lateral, PATH, SUPER PATH), δεν δίνει τη
διεγχειρητική δυνατότητα ακτινοσκόπησης με ειδικό ακτινολογικό μηχάνημα, η
διενέργεια της οποίας έχει αναγνωρισθεί ως ιδιαίτερης σημασίας, γιατί επιτρέπει
τον απόλυτο έλεγχο της σωστής τοποθέτησης των υλικών και του μήκους των σκελών.
Οι τεχνικές που δίνουν τη δυνατότητα διεγχειρητικής ακτινοσκόπησης είναι αυτές
που γίνονται σε ύπτια θέση (AMIS, ASI, ALMIS supine).
Τόσο η ανάγκη χρήσης ειδικού τραπεζιού έλξης όσο και η τοποθέτηση του
ασθενούς στο χειρουργικό τραπέζι αποτελούν σημαντικούς παράγοντες καθώς μπορεί
να είναι καθοριστικοί για το επιτυχές αποτέλεσμα της επέμβασης.
«Όλες οι τεχνικές και προσπελάσεις υπόσχονται πολύ μικρή τομή δέρματος,
καμία μυϊκή βλάβη, ελάχιστη βλάβη των περιαρθρικών ιστών και απώλειας αίματος. Αυτό
μπορεί να είναι αλήθεια υπό προϋποθέσεις.
Στις πρόσθιες προσπελάσεις (AMIS & ASI) απαιτείται απολίνωση αγγειακών
κλάδων και συχνά τραυματίζονται αισθητικοί κλάδοι νεύρων. Στις οπίσθιες
προσπελάσεις συχνά απαιτείται διατομή τενόντων, η οποία είναι απαραίτητη για
την ασφαλή ολοκλήρωση της επέμβασης», επισημαίνει.
Η ύπτια τοποθέτηση του ασθενούς δίνει άλλο ένα πλεονέκτημα στον ασθενή: τη δυνατότητα αμφοτερόπλευρης αρθροπλαστικής
ισχίου, διότι δεν απαιτείται
επανατοποθέτηση του ασθενή η οποία είναι πολύ πιο εύκολη στις τεχνικές που
απαιτείται ύπτια τοποθέτηση του ασθενούς στο χειρουργείο (AMIS, ASI, ALMIS supine), παρά στις τεχνικές πλάγιας
τοποθέτησης (mini posterior, PATH, SUPER PATH, ALMIS lateral) που πρέπει να επανατοποθετηθεί ο ασθενής, καθυστερώντας σημαντικά τη
χειρουργική επέμβαση, με κίνδυνο λοιμώξεων.
Επίσης, η διενέργεια ολικής αρθροπλαστικής ισχίου σε υπέρβαρους ασθενείς είναι δυνατή με τη χρήση των μεθόδων που δεν
χρησιμοποιούν (ASI, ALMIS supine) περίπλοκα τραπέζια έλξης ή ακραίες θέσεις τοποθέτησης του σκέλους
διεγχειρητικά (όπως η AMIS).
Ύψιστης σημασίας είναι και η
δυνατότητα αντιμετώπισης, μέσω της ίδιας προσπέλασης, όλων των πιθανών
επιπλοκών. Η εμπειρία του χειρουργού είναι καθοριστική για την ασφαλή
διενέργεια της επέμβασης, αλλά πρέπει να υπάρχει επίσης άμεση και αξιόπιστη
λύση για την αντιμετώπιση όλων των πιθανών προβλημάτων. «Οι πρόσθιες προσπελάσεις (AMIS, ASI) παρουσιάζουν
σημαντική δυσκολία όταν χρειασθεί να επεκταθούν, διότι σε αυτή την
περίπτωση υπάρχει περαιτέρω κίνδυνος τραυματισμού σημαντικών ανατομικών δομών. Αντιθέτως, η προσπέλαση ALMIS μπορεί να επεκταθεί με ευκολία, παραμένοντας
ατραυματική, χωρίς σημαντικούς κινδύνους», μας εξηγεί περαιτέρω.
Επίσης, η διενέργεια πιο σύνθετων
χειρουργικών επεμβάσεων (όπως οι αναθεωρήσεις ολικών αρθροπλαστικών) μπορούν
να γίνουν με μεγαλύτερη ευκολία με την τεχνική ALMIS σε σχέση με τις AMIS ή ASI.
Όσον αφορά τη χρήση τεχνικών πλοήγησης με τη βοήθεια υπολογιστή (navigation) ή τη ρομποτική χειρουργική (robotic assisted surgery), αν και αποτελούν
σύγχρονες καινοτόμες προτάσεις δεν
είναι εύκολα συμβατές με τεχνικές ελάχιστης επεμβατικότητας στη χειρουργική του
ισχίου. Κι αυτό γιατί συνήθως οι τομές είναι αρκετά μεγαλύτερες, με χρήση
ειδικών εργαλείων που πολλές φορές είναι αρκετά ογκώδη και απαιτούν επιπλέον
τομές, με περαιτέρω τραυματισμό ιστών.
Η εκμετάλλευση των πλεονεκτημάτων των τεχνικών ελάχιστης επεμβατικότητας
που δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν με ρομποτική χειρουργική, αφού αρκετές φορές
απαιτούνται μεγαλύτερες τομές μέσω συνήθως οπίσθιων παραδοσιακών προσπελάσεων,
είναι πολύ σημαντική στη σύγχρονη χειρουργική του ισχίου.
«Η ALMIS σε ύπτια θέση (ALMIS supine) αποτελεί σήμερα την πιο σύγχρονη και
ασφαλέστερη επιλογή, δεδομένου ότι είναι μια γνήσια πρόταση ελάχιστης
επεμβατικότητας που διευκολύνει τον χειρουργό, δίνοντας λύσεις ακόμα και στις
πιο σύνθετες καταστάσεις. Η συγκεκριμένη μέθοδος προσφέρει πλήθος
πλεονεκτημάτων στον ασθενή καθώς γίνεται μέσω μικρής τομής δέρματος, χωρίς βλάβη
μυϊκών και περιαρθρικών ιστών. Με την επιλογή της περιορίζεται η πιθανότητα λοιμώξεων,
η απώλεια αίματος ελαχιστοποιείται όπως και ο μετεγχειρητικός πόνος, συνεπώς
και ο χρόνος παραμονής στο νοσοκομείο, ο οποίος δεν ξεπερνά τις 2 ημέρες»,
καταλήγει ο Δρ. Νικόλαος Ροΐδης.