Η
εξέταση του PSA
αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο για την έγκαιρη διάγνωση του καρκίνου του
προστάτη, παρότι δεν είναι τέλεια ούτε συμφωνούν όλοι οι γιατροί με την ευρεία
χρήση της.
Ωστόσο
οι περισσότεροι άνδρες (το 70%) που υποβάλλονται σε αυτήν δεν γνωρίζουν τι
ακριβώς είναι, ούτε ποια πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα έχει, σύμφωνα με
μεγάλη έρευνα του Πανεπιστημίου Brown που
δημοσιεύθηκε πέρυσι στο επιστημονικό περιοδικό Urology.
«Η εξέταση του ειδικού
προστατικού αντιγόνου (PSA), που χρησιμοποιείται ευρέως από τη δεκαετία του ’80, πιστεύεται ότι
έχει συμβάλλει σημαντικά στην έγκαιρη ανίχνευση πολλών κρουσμάτων καρκίνου του
προστάτη», λέει ο πρόεδρος
της Ελληνικής Ουρολογικής Εταιρείας Δρ.Ηρακλής Πούλιας, τ. διευθυντής στην Ουρολογική Κλινική του
Κοργιαλένειου Μπενάκειου Νοσοκομείου ΕΕΣ. «Ωστόσο δεν είναι τέλεια
και μόνη της δεν είναι επαρκής για την έγκαιρη διάγνωση. Παραδείγματος χάριν,
αδυνατεί να ξεχωρίσει τους ασθενείς με υψηλού και χαμηλού κινδύνου καρκίνο
(αυτές οι δύο ομάδες συχνά έχουν παρόμοια επίπεδα PSA), δεν αυξάνεται μόνο σε
περίπτωση καρκίνου και δεν ανιχνεύει όλους τους αρχικούς όγκους (χάνει το
18-28%, σύμφωνα με τις υπάρχουσες μελέτες)».
Να, λοιπόν, τι πρέπει να
γνωρίζουν όλοι οι άνδρες για το PSA, τα επίπεδα και την σημασία τους.
1. Τι είναι. Το PSA (ή ειδικό προστατικό
αντιγόνο) είναι μία πρωτεΐνη που παράγεται μόνο από ορισμένα κύτταρα του
προστάτη. Η πρωτεΐνη αυτή εκκρίνεται από τον προστάτη στο σπέρμα, για να το
υγροποιήσει μετά την εκσπερμάτιση. Επομένως το μεγαλύτερο τμήμα του παραγόμενου
PSA αποβάλλεται από τον οργανισμό του άνδρα με το σπέρμα. Υπάρχει όμως και
μια μικρή ποσότητα που διαφεύγει στο αίμα. Αυτή την ποσότητα ανιχνεύει η
εξέταση του PSA.
2. Το
αυξάνουν πολλοί παράγοντες. Αν και τα περισσότερα
εργαστήρια που μετρούν το PSA αναγράφουν στα αποτελέσματά τους ότι είναι ένας «καρκινικός δείκτης»,
στην πραγματικότητα τα επίπεδα του PSA μπορεί να αυξηθούν εξαιτίας πολλών ασθενειών και
καταστάσεων. «Η έλλειψη ειδικότητας (specificity) είναι ένας από τους
μεγάλους περιορισμούς του PSA», τονίζει ο Δρ. Πούλιας. «Τα επίπεδα του PSA δεν αυξάνονται μόνο σε
περίπτωση καρκίνου του προστάτη, αλλά και άλλων προστατικών ασθενειών (καλοήθης
υπερπλασία του προστάτη, προστατίτιδα), καθώς και μετά από διέγερση του
προστάτη, όπως συμβαίνει, λ.χ., κατά την εκσπερμάτιση, την δακτυλική εξέταση
του προστάτη, την κυστεοσκόπηση, την κατακράτηση ούρων, την τοποθέτηση
ουροκαθετήρα ή τη βιοψία προστάτου». Ακόμα και ορισμένες έντονες ασκήσεις, όπως
η ποδηλασία, μπορεί να τα επηρεάσουν. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο
συνιστάται στους άνδρες να αποφεύγουν το σεξ και την ποδηλασία επί τουλάχιστον
1-2 ημέρες πριν κάνουν το PSA.
3. Το
μειώνουν ορισμένα φάρμακα και βότανα. Ορισμένα φάρμακα που
λαμβάνονται για την αντιμετώπιση της καλοήθους υπερπλασίας του προστάτη μπορεί
να μειώσουν το PSA κατά 50% μέσα σε 6-12 μήνες από την έναρξη της χρήσης τους. Στα φάρμακα
αυτά συμπεριλαμβάνονται η φιναστερίδη, η δουταστερίδη και η ταμσουλοζίνη. Τα
επίπεδα του PSA μπορεί να μειώσει και το φάρμακο κετοκοναζόλη που χορηγείται για τις
μυκητιάσεις, καθώς και ορισμένα συμπληρώματα βοτάνων όπως η σερενόα η πριονωτή
(saw palmetto) και τα συμπληρώματα
φυτοοιστρογόνων. Επομένως, «οι άνδρες που πρόκειται να υποβληθούν σε εξέταση PSA πρέπει να ενημερώνουν τον γιατρό τους για
όλα τα φάρμακα, τα βότανα και τα συμπληρώματα που ενδεχομένως παίρνουν»,
επισημαίνει ο Δρ. Πούλιας.
4. Δεν έχει συγκεκριμένες
φυσιολογικές τιμές. Αν και πολλά εργαστήρια ορίζουν ως φυσιολογικές
τις τιμές του ολικού PSA κάτω
από 4 ng/ml, στην πραγματικότητα αυτό δεν ισχύει. «Ο
όγκος του προστατικού αδένα αυξάνεται σε με την ηλικία και έτσι παράγει
περισσότερο PSA, συνεπώς
είναι λογικό να βλέπουμε χαμηλότερα επίπεδα στους νεότερους άνδρες και
υψηλότερα στους πιο ηλικιωμένους», εξηγεί ο Δρ. Πούλιας. Εξαιτίας αυτής της
ηλικιακής διακύμανσης, έχει προταθεί η ιδέα της προσαρμογής των φυσιολογικών
τιμών αναλόγως με την ηλικία ως εξής:
*
40-49 ετών = έως 2,5 ng/ml
*
50-59 ετών = έως 3,5 ng/ml
* 60-69 ετών = έως 4,5 ng/ml
*
Άνω των 70 ετών = έως 6,5 ng/ml
«Ούτε αυτές οι τιμές όμως είναι απόλυτες, διότι μπορεί να υπάρξουν
διαφοροποιήσεις ανάλογα με την εθνικότητα ή με το οικογενειακό ιστορικό
καρκίνου του προστάτη», σπεύδει να προειδοποιήσει ο Δρ. Πούλιας. «Σε κάθε
περίπτωση, όταν βλέπουμε έναν άνδρα με πάρα πολύ υψηλό PSA για την ηλικία του ή με PSA το οποίο αυξάνεται κατά
περισσότερο από 0,20 ng/ml από τον έναν χρόνο στον άλλο, συνήθως τον παραπέμπουμε για βιοψία
προστάτου, ακόμα κι αν η δακτυλική εξέταση δεν αποκαλύψει κάτι ύποπτο. Για να
μην ανησυχεί όμως ο κόσμος, πρέπει να ξέρει ότι καρκίνο θα έχει τελικά μόνο ο
ένας στους τέσσερις άνδρες που κάνουν βιοψία προστάτη. Οι υπόλοιποι συνήθως
έχουν καλοήθη υπερπλασία προστάτη ή προστατίτιδα».
5. Έχει
σημασία και η μορφή του. Το PSA που απελευθερώνεται στο
αίμα μπορεί να είναι ενωμένο με άλλες ουσίες (συνδεδεμένο PSA) ή να είναι μόνο του (ελεύθερο PSA). Το άθροισμα αυτών των δύο είναι το ολικό
PSA. Μελέτες
έχουν δείξει ότι το ποσοστό του ελεύθερου PSA (στα αποτελέσματα των εξετάσεων
αναγράφεται και ως «free PSA») είναι χαμηλότερο στους άνδρες με καρκίνο του
προστάτη, σε σύγκριση με τους άνδρες χωρίς καρκίνο. Έτσι, όταν υπάρχουν αμφιβολίες
για το αν η αύξηση του PSA
οφείλεται σε καλοήθη νόσο ή σε καρκίνο, οι γιατροί μπορεί να ελέγξουν και τον
λόγο (αναλογία) του ελεύθερου προς το ολικό PSA (free PSA/total PSA
ratio), που
εξετάζεται κυρίως στις τιμές ολικού PSA από 4
έως 10 ng/ml. Όταν η τιμή αυτού του λόγου είναι πάνω
από 0,24, σημαίνει ότι ο άνδρας έχει πολύ ελεύθερο PSA και επομένως πολύ δύσκολα θα έχει καρκίνο.
Όσο πιο χαμηλός, όμως, είναι, τόσο πιθανότερο είναι να έχει καρκίνο και
επομένως χρειάζεται βιοψία. Επειδή, πάντως, ούτε αυτή η αναλογία είναι πάντοτε
αρκετή, μπορεί να εφαρμοστεί μια ειδική εξέταση που λέγεται πολυπαραμετρική
μαγνητική τομογραφία, για να αποφασιστεί αν είναι απαραίτητη η βιοψία προστάτη
ή όχι.
6. Πρέπει να εξετάζεται κατά
περίπτωση. Η Αμερικανική Εταιρεία Καρκίνου (ACS) συνιστά να αρχίζει τακτικός έλεγχος του PSA σε ηλικία 50 ετών στους άνδρες με μέτριο
κίνδυνο προστατικού καρκίνου, σε ηλικία 45 ετών στους άνδρες υψηλού κινδύνου
(όσοι έχουν έναν συγγενή πρώτου βαθμού με καρκίνο του προστάτη) και σε ηλικία
40 ετών στους άνδρες με πάρα πολύ υψηλό κίνδυνο (δύο ή περισσότεροι συγγενείς
πρώτου βαθμού με καρκίνο προστάτη). Σε κάθε περίπτωση, για τις ηλικίες άνω των
50 ετών ο έλεγχος συνιστάται να είναι ετήσιος και να συνδυάζεται με δακτυλική
εξέταση του προστάτη.