Ακολουθούν αποσπάσματα από την
τοποθέτηση.
«Η
σημερινή συζήτηση διεξάγεται σε ένα ευρωπαϊκό και παγκόσμιο περιβάλλον υψηλών
κινδύνων και αυξημένων αβεβαιοτήτων, που χαρακτηρίζεται από τις ασθενέστερες
προοπτικές ανάπτυξης της ευρωπαϊκής οικονομίας, τις συνεχείς αλλαγές γεωπολιτικών συσχετισμών,
τις κινήσεις εμπορικού προστατευτισμού που επηρεάζουν άμεσα τον κλάδο του
αλουμινίου, τις συμβατικές και μη συμβατικές πράξεις νομισματικής πολιτικής, το
ενδεχόμενο μη συντεταγμένης αποχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή
Ένωση, τις μαζικές μετακινήσεις πληθυσμών και τις ραγδαίες επιστημονικές και
τεχνολογικές εξελίξεις.
Μέσα
σ’ αυτό το ασταθές περιβάλλον, η χώρα πρέπει να θωρακιστεί, και να εισέλθει σ’
έναν ενάρετο κύκλο βιώσιμης ανάπτυξης, που θα επηρεάσει άμεσα και τη βιομηχανία
αλουμινίου.
Να
πετύχει ισχυρή και διατηρήσιμη οικονομική μεγέθυνση, να βελτιώσει ποιοτικά τη
σύνθεση του πλούτου και να τον διανείμει πιο δίκαια.
Με
την παρούσα Κυβέρνηση αυτά δεν είναι εφικτά αφού αδυνατεί να επιτύχει υψηλή
ανάπτυξη, να δρομολογήσει την αναγκαία παραγωγική ανασυγκρότηση της οικονομίας, να ενεργοποιήσει
εγχώριες επενδύσεις και να προσελκύσει ξένες άμεσες επενδύσεις και να επαναφέρει την κανονικότητα στη χώρα, ενώ συγχρόνως
ναρκοθετεί και τις προοπτικές της οικονομίας».
«Συνεπώς λαμβάνοντας
υπόψη την τρέχουσα κατάσταση, τις προκλήσεις αλλά και τις «δεσμεύσεις» της
χώρας στο πλαίσιο της ενισχυμένης εποπτείας, το ζητούμενο είναι να σχεδιάσουμε,
με σοβαρότητα και αυτοπεποίθηση, την επόμενη ημέρα της ελληνικής οικονομίας.
Επόμενη ημέρα κατά την οποία η βιομηχανία
μπορεί και πρέπει να διαδραματίσει κομβικό ρόλο.
Βιομηχανία η οποία, παρότι δεν
έμεινε ανεπηρέαστη από τη μακρά, επώδυνη και πολύπλευρη κρίση, κατάφερε να
επιδείξει ανθεκτικότητα και συνέχισε να αποτελεί βασικό κορμό της εγχώριας
παραγωγικής βάσης, εμφανίζοντας μάλιστα σταθερά σημάδια ανάκαμψης τα τελευταία
χρόνια, ταχύτερα από το σύνολο της οικονομίας.
Με την εξαίρεση των
πετρελαιοειδών, «ναυαρχίδα» και πρωτοπόρος σε εξαγωγικές επιδόσεις, βάσει
μεριδίου και συγκριτικού πλεονεκτήματος, αναδεικνύεται ο κλάδος του αλουμινίου.
Κλάδος που:
§ Τριπλασίασε
την τελευταία δεκαετία, εν μέσω οικονομικής κρίσης, τις εξαγωγές του,
αντιπροσωπεύοντας το 5,7% των συνολικών εξαγωγών της χώρας, με αποτέλεσμα να
είναι ο πρώτος εξαγωγικός κλάδος στην Ελλάδα, εξαιρουμένων των ορυκτών
καυσίμων, και ο δεύτερος με το καλύτερο εμπορικό ισοζύγιο.
§ Αποτελείται
από 3.000 μεγάλες, μεσαίες και μικρές επιχειρήσεις σε όλα τα στάδια μεταποίησης
και εμπορίου που δραστηριοποιούνται στην ελληνική και στην παγκόσμια αγορά.
§ Απασχολεί
άμεσα 20.000 άτομα.
§ Συμβάλει
στην υλοποίηση οικοδομικών έργων στην Ελλάδα.
§ Θεωρείται,
για πολλούς, όχι αδίκως λόγω της καθετοποίησής του, το «εθνικό βιομηχανικό
προϊόν».
Παρά την σημασία
όμως του κλάδου και την αυξανόμενη παγκόσμια ζήτηση, η ανάκαμψή του είναι
ανεπαρκής και εύθραυστη.
Και αυτό γιατί η
Κυβέρνηση θέτει συνεχώς, άμεσα και έμμεσα εμπόδια.
Με τα σημαντικότερα
να είναι κοινά για όλη τη βιομηχανία και το επιχειρείν, όπως το αυξημένο
ενεργειακό κόστος, η υψηλή φορολογία και η έλλειψη φορολογικών κινήτρων για
επενδύσεις, η διόγκωση των ασφαλιστικών εισφορών, τα προβλήματα αδειοδότησης, η
μεγάλη γραφειοκρατία και η πολυνομία, το υψηλό κόστος δανεισμού, και η έλλειψη υποδομών, κυρίως μεταφοράς προϊόντων».
«Η Ελλάδα όμως έχει
μεγάλη ανάγκη μιας στοχευμένης πολιτικής για τη βιομηχανία, ώστε να μπορέσει να
αξιοποιήσει τις δυνητικές ευκαιρίες και να ενισχύσει περαιτέρω τις ισχυρές
πολλαπλασιαστικές επιδράσεις της μεταποίησης στο σύνολο της οικονομίας.
Γι’ αυτό το λόγο
απαιτείται, σε εθνικό επίπεδο, η διαμόρφωση και υλοποίηση ενός ρεαλιστικού και
ολοκληρωμένου σχεδίου που θα ενισχύει την ποσότητα και θα βελτιώνει τη σύνθεση
και την ποιότητα του πλούτου της χώρας, με τόνωση των επενδύσεων και ενίσχυση της
εξωστρέφειας, θα ενισχύει την παραγωγικότητα και την διαρθρωτική
ανταγωνιστικότητα, θα αναστρέψει τη «διαρροή» επιστημόνων και επιχειρήσεων, και
θα λαμβάνει υπόψη τη συνεχή μείωση του πληθυσμού της χώρας, θα βοηθήσει τη χώρα
να ανταποκριθεί στον δομικό μετασχηματισμό της εργασίας, εξαιτίας της
τεχνολογικής επανάστασης.
Σχέδιο
με βασικούς άξονες την απλοποίηση και
σταθεροποίηση της φορολογίας, με τη γενναία μείωση φορολογικών συντελεστών
νοικοκυριών και επιχειρήσεων,
την υλοποίηση μεταρρυθμίσεων με φιλοεπενδυτικό πρόσημο και την τόνωση της
ρευστότητας στην πραγματική οικονομία.
Η
υλοποίησή του θα ενδυναμώσει την
εγχώρια οικονομική δραστηριότητα, θα τονώσει τη βιομηχανία και θα συμβάλει στην
προσέλκυση ξένων άμεσων επενδύσεων.
Επιπλέον, θα ενισχύσει τη συμμετοχή των ελληνικών επιχειρήσεων στις
διεθνείς αλυσίδες αξίας, και θα βοηθήσει
στην αναβάθμιση της παραγωγικής δομής της χώρας».